της ψυχης

της ψυχης

Ένα (ακόμη) υγρό ιστολόγιο....

ένα (ακόμη) υγρό ιστολόγιο, με υποβρύχιες ανησυχίες...

Κυριακή 29 Ιουλίου 2012

μεθυσμένες ιστορίες

με μια παρέα ξέμπαρκη βρεθήκαμε μαζι
σ' ένα τραπέζι με κρασι και με φτηνα τσιγάρα
βραδάκι του καλοκαιριου σ' υπόγειο μαγαζι
έβγαζ' η θάλασσα φωτιες και το πιοτο λαχτάρα

σαν χρυσοστόλιστο φαρι γυάλιζες στο φεγγάρι
κι εγω στο μισοσκόταδο σαν φλόγα από κερι
παράταιρο κι ανείπωτο μας είπανε ζευγάρι
μα να ρημαξει ένα βουνο μια σπίθα το μπορει

κι έτσι όπως καταπιάστηκα αιτίες να εξηγω
τα ίσως και τα μήπως τους πάλι να ξεβρακώνω
πέφτει το καθρεφτάκι σου και σκύβω για να δω
και τον σπασμένο μου εαυτο στο χώμα ανταμώνω

πως έγινε αγάπη μου και φτάσαμε  ως εδω
με τό 'να πόδι στο γιατι και τ' άλλο στο δεν πρέπει
κάψαμε ως και τ' άχραντα χωρις καμμια αιδω
τώρα αλλου κοιτά η ματια κι άλλα η ψυχη μας βλέπει

φοβού τη φλόγα του κεριου στου βράχου την ορφάνια
καμίνι ανάβει στην καρδια να μην μπορω να δω
ζώστηκα και το δίκοπο, ρεγάλο απ την Κατάνια
δεν το νογάω αναίμακτα, στο κύμμα να πνιγω!

πάνω που αρματώθηκα, ξημέρωσε, να φύγεις
δεν μας χωράει το πρωι, μ' αύριο πάλι νύχτα
τον ήλιο στο κατόπι σου μέσ' τα μαλλια τυλίγεις
κι όσα σου εξιστόρησα, στη θάλασσά μου ρίχτα...



Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012

δίλλημα (δεύτερον)

τ' όνομά σου
απαλαγμένο απ' τα σύμφωνα
σουλατσάρει στα κράσπεδα σαν κραυγη
κι επικαλείται το σκοτάδι
τον Έρεβο
τον δίδυμο της Νύχτας
κείνο το αστροσέντονο το στολισμένο
που τ' απαρνήθηκες
για μια χούφτα χλωμο φως,
νά 'ρθει
να σκεπάσει
τη γύμνια των οικτιρμων σου
την Ωκυρρόη της κρυφης θάλασσας
επικαλείσαι
θαλαμηγο των πόθων σου
για τούτο το ταξίδι
εκει, που η νύχτα συναντάει τη μέρα
δρασκελίζοντας το κοραλλένιο το κατώφλι
εκει
που τ' όνομά σου
απαλαγμένο απ' τα σύνθετα
κείνα που το μεταφράζουν
σ' όλες τις γλώσσες το ίδιο,
αλαφρυ, σαν την ανάσα μιας σπίθας,
ίπταται ανάμεσα στα εύφλεκτα φαντάσματα των Ηλυσίων
επικαλείσαι την Αρεία
τις Μούσες όλες της Θεογονίας
μάρτυρες
στο αέναο ξεγύμνωμα της αλήθειας
μ' ακόμη μπορεις να ονειρεύεσαι
μπορεις να καταριέσαι
να πονας
να υπόσχεσαι
να ελπίζεις
να κατρακυλας σαν άσπρο χαλίκι
ώσπου νά 'βρεις θάλασσα
ακόμη μπορεις να υπομένεις
να υποφέρεις
να λατρεύεις
να μισεις
μπορεις
να παραμείνεις εκει
στο σαθρο σύνορο
των βασιλείων
της Μνημοσύνης και της Λήθης
ανώνυμος
κι απροσδιόριστος
μη μπορώντας ν' αποφασίσεις
τι είδος ανάμνησης
θέλεις να καταλήξεις...




πενία έμπνευσης
παραληρήματα κατεργάζεται...

Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

Κυριακή 22 Ιουλίου 2012

Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

φόβος

το φόβο μου
δεν πρόφτασα ν' αποσώσω
με βρήκε η σαϊτιά στο κούτελο
κρεμασμένο στην ανεμόσκαλα
και με γκρέμισε
κι όσο νά 'ναι
ρηχα τα νερα σ' αυτο τ' αρόδο
μιση ανάσα δρόμο ο βυθος
ματώσανε τα πόδια μου
πάνω στους αχινους
έδωσα μια
και βρέθηκα στο κατάστρωμα
- γιατι φοβάσαι;
- δεν ξέρεις πως μπορεις κοντα μου νά 'σαι;
- πως ή πώς;
βουλιάζουν οι πατούσες μου στη σκουρια
το κοίταγμά σου ακροβάτης
στα συρματόσχοινα της μπίγας
το φόρεμά σου παραστάτης
σε παρέλαση με χρυσα και γαλάζια λαχούρια
κι η μπίγα ταϊζει τ' αμπάρια
κι η σκαλιέρα αγκομαχάει
απ' τα χρώματα της παρέλασης
πάνω στη γκαζιέρα ο τενεκες με την πίσσα
θα καλαφατίσω τα μαδέρια των αμπαριων
στα σπλάχνα τους
φόβος χύδην,
σπόρια λόγων τσουβαλιασμένα,
τούβλα από λάσπη γόνιμη σε παλέττες,
στεγανα
το άφιλτρο μου καίει τη γλώσσα
τα βήματα εξατμίζονται στόν πυρετο της λαμαρίνας
ο πιλότος στη δεξια βαρδιόλα κουμαντάρει
στα πρανη του ιστου φύτεψα δυόσμο σε μια γλάστρα
τον ποτίζω
μ' ένα φιλι κάθε μέρα
τον ταϊζω
δυο στάλες ήλιο και λίγη μουράβια
από πάνω του τα ρανταρ στροβιλίζονται αφιονισμένα
πορεία πρόσκρουσης!
τι πορεία;
πού 'χω τις άγκυρες φουνταρισμένες
κάτι έρχεται να μ' ανταμώσει...
μα δεν λογαριάζω το ναυάγιο
κι ούτε την Μάγισσα που βάλθηκε να με ξεκάνει
σαράντα οργιες τα παιδια της
και τα ρίχνει πάνω στο καρυδότσουφλο αλύπητα
θα συρθω ως την πλώρη με την καβίλια στα δόντια
ν' απασφαλίσω τις καδένες απ τη μπούμα
να λευτερώσω την πλώρη
κι ύστερα ν' ανοιχτω μεσοπέλαγα
δεν το σκιάζομαι το ναυάγιο
όχι για του λόγου μου
μονάχα να...
μην πάρουν νερα τ' αμπάρια
έτσι που τη βλέπω να λυσσομανάει
μην λιώσουν τα τούβλα
μην λασπώσουν με τους φόβους
κι ύστερα βλαστήσουνε λόγια άδικα
φοβισμένα
ξένα
πρόστυχα
μη βγάλουνε καρπους
μην πεινασμένη μια φορα τους δοκιμάσεις
κι απ το να με μετρήσεις με το καντάρι του φόβου
καλύτερο τό 'χω
να μετρηθω με την απόγνωση της τρικυμίας
και μάρτυράς μου η Μάνα
νικητης θά 'βγω
πάλι
και πάλι...






τούτο το τραγούδι
είναι το τελευταίο ποιήμα του Καββαδία
κι όποιος γνωρίζει για που τό 'γραψε
καλα το γνωρίζει...

Σάββατο 7 Ιουλίου 2012

save our souls

το όγδοο χρώμα στο ουράνιο τόξο
το εικοστο πρώτο τσιγάρο στο πακέτο
ο δέκατος τρίτος απόστολος
η τριακοστη μέρα ενος Φλεβάρη
το τρίτο στοιχείο του δυαδικου συστήματος
το εικοστό πέμπτο γράμμα του αλφάβητου
η έβδομη αίσθηση
το πέμπτο στοιχείο
η τρίτη ραψωδία του Ομήρου
η έκτη γραμμη του πεντάγραμμου
η δεύτερη υποδιαστολη στο "π"
το έκτο γράμμα σε μια λέξη με πέντε
το ένα του μηδενός
το μηδεν του όλου
το κάτι στο τίποτε
το τίποτε
το ένα
το όλον
όπως και να λύσω τις εξισώσεις
ο άγνωστος παράγοντας
πάντα με προδίδει
κι οι αντέννες τσιρίζουνε
alpha.golf.alpha.papa.india.
save.our.souls.
save.our.souls