της ψυχης

της ψυχης

Ένα (ακόμη) υγρό ιστολόγιο....

ένα (ακόμη) υγρό ιστολόγιο, με υποβρύχιες ανησυχίες...

Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010

περιπλάνηση

περιπλανήθηκα
εκει που χάθηκε η αρχαία κιβωτος
στο παρακάτω του καιρου
στα μέσα σύνορα του νου
κι απομακρύνθηκα
έτη φωτος

κι αν εξορίστηκα
κι έγινε η πίστη ανοχύρωτο φιλι
από σημάδι μυστικο
Ευτέρπη, Ελένη, Ερατω,
προσδιορίστηκα
ψυχη, βροχη

ό,τι αρνήθηκα
τά'κρυψε η θάλασσα νωρις στο βράχο
χρώμα από γνώση
το λήμμα έμπνευση
σαν αναστήθηκα
πορεία νά'χω

καταδικάστηκα
σαν αχιλλεύς για Ελένες άλλων να παλεύω
μα παλινόστησα
στη Μοίρα πως ν'αντισταθω;
μόνος δικάστηκα
δικη μου η Μούσα
κι εγω εδω
σε πείσμα ανθρώπων και θεων
σαν Αχιλλέας
θα συντροφεύω...






σ.τ.Ν. ετυμολογία ονομάτων...
κυριολεξία, αλληγορία
και πολυ αγάπη....

.

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010

ημερολόγιο #2

είναι κάτι φορες
που δεν έχω πού να χαρίσω λίγη απ τη θλίψη
όχι που μου είναι βάρος τόσο
μα πιάνει χώρο πολύτιμο
κι ούτε θέλω να την πετάξω στ'άχρηστα
την κάνω λόγια, μου βγαίνει αγάπη
την κάνω πέτρες, μου βγαίνει έρωτας
την κάνω αίμα, μου επιστρέφει φως
την κάνω μουσικη
και στέλνει πίσω η ηχω φιλια παθιασμένα


τώρα η βροχη...
σηκώνω την τέντα
στέκομαι με το κεφάλι ψηλα
τα μάτια κλειστα
και κείνη να πέφτει με ορμη
να μου πονάει τα βλέφαρα
τα μάτια
μούσκεμα ως το κόκκαλο
δεν παραιτούμαι
κατεβαίνω το πρωι στη θάλασσα
στην άκρη του μώλου
ανάμεσα σε δυο βάρκες
"Άνοιξη" και "Αη Νικόλας"
νηολόγιον Πειραιως
επιπλέει η χθεσινη μου συννεφια
τη χαζεύω λίγο
πριν ένα κοπάδι πεινασμένα αφρόψαρα
την καταναλώσουν
προκειμένου να αποδοθει δικαιοσύνη
"που πάει η έμπνευση όταν φεύγει;
επιστρέφει με τη βροχη
ανακυκλώνεται
τρέφεται
τρέφει
μεταλαβαίνει θάλασσα
βασανίζει εξαγνιστικα
λυτρώνει..."






μίλησε κανεις;
όχι, η ιδέα σου πάλι...
κι, όμως, γνώριμο γέλιο ακούω...



.

Κυριακή 24 Οκτωβρίου 2010

κρυφτο...

σε κρύβω στο τέλος του δρόμου
πίσω από ένα περιβόλι με τριανταφυλλιες
έτσι που να μην φαίνεσαι
τόσο που να μπερδεύεται τ'άρωμα σου με τη μυρωδια των λουλουδιων
ανάσκελα με τα χέρια ανοιχτα
και τα μαλλια σου λυμένα
να δανείζουνε χρυσο το θόλο πάνω σου
εκει στο τέλος του μυστικου
αρχη και τέλος
κι αρχη ξανα
σε κρύβω σ'ένα μικρο καραβάνι με παιδια
που τραβάει κατα τη θάλασσα
πολύχρωμο
τραγουδιστο
χαρούμενο
έτσι που ν'ανακατεύεται το γέλιο σου
με κείνο των παιδιων
με τα μάτια σου ορθάνοιχτα
να κολυμπάνε στο γκριζογάλανο
και να το χαρίζουνε στα πιτσιρίκια
που σουλατσάρουν γύρω στο φουστάνι σου
γαϊτανάκι με θαλασσιες και χρυσαφιες κορδέλλες
εκει που ξεκινάει ένα τραγούδι
στις πρώτες νότες
και στο ρεφραιν που παίζει η λύρα
σε κρύβω
σε ήχο πλάγιο
βυζαντινο
αυτοκρατορική πορφύρα
έτσι που να γίνεται ένα τ'άλικο χαμόγελο σου
με τους μανδύες και τα χράμια
που ρίχνουν οι αυλικοι στ'άλογα
και πορεύεται η κουστωδία
μαζι κι ο χρόνος
κι οι εποχές
σε κρύβω στο καλοκαίρι
να αφομοιωθει το χάδι σου με την άμμο
να γράφουνε πάνω του οι παραθεριστες
τα ονόματα τους
και να κάνουνε ευχες στ'αποτυπώματά σου
σε κρύβω σε αυλες
σε χαμόγελα παιδιων
σε μουσικες
στη θάλασσα
στον ορίζοντα
σ'αρώματα και σε γεύσεις
σε μηχανες και σε κτίρια
σε δρόμους
σε νυχτέρια
σε φώτα και σε σκιες

και πάλι...
πάλι μου περισσεύει τόσο
που ξεχειλίζει αβάσταχτα κάθε βράδυ
τα χαρτια και το μυαλό μου....





καλημέρα...

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

θέατρο

ίδια σειρα
κι ένα άδειο κάθισμα ανάμεσά μας
χωρις εισητήριο
λαθραναγνώστες σ'ένα έργο που δεν έχει γραφτει
δαγκώνεις τα χείλια σου
μ' εκείνο τον τρόπο που προδίνει το νου σου όταν κάνει μικρα ξαφνικα ταξίδια
κοιτάζω το άδειο πάλκο με τον ίδιο τρόπο
τα φώτα στη ράμπα μισόσβηστα
ή μισάνοιχτα
διασταυρώνεται η ματια με τη δέσμη του κεντρικου προβολέα
μόρια σκόνης
χορεύουν στο φωτεινο κανάλι
βρήκαμε τη θέση μας χωρις την ανάγκη της ταξιθέτριας
αδυνάτησες, σου είπα
κι εσύ πήρες πάλι καινούργιο πουκάμισο, μου φώναξες
φορας το δαχτυλίδι με τον αμέθυστο στον δεξιό σου δείκτη
και λαμπυρίζει με κείνο το μαβί φως που σ'αρέσει τόσο
στηρίζω τα πόδια μου στο εμπρός κάθισμα
και τρίζουν οι αρθρώσεις της καρέκλας
με παρατηρείς με τα μάτια
όπως κάθε φορα που γίνομαι άκαιρα θορυβώδης
με κείνη τη μικρη ρυτίδα ανάμεσα στα τόξα σου
"rides d'expression"
χαμογελάω στο πρώτο κουδούνι
έξω ίσως να βρέχει
ξέχασα πώς μυρίζουν τα μαλλια σου
αφήνεις τη πασμίνα σου στ'αριστερα σου
στην άδεια θέση
αντιστέκομαι στον πειρασμο
δένω τα χέρια μου μπροστα
θέλω ν'ανάψω τσιγάρο μα δεν μπορω
ανοίγεις τις λευκες σελίδες του προγράμματος
και γράφεις
γράφεις
μουσικη υπόκρουση
ουγγρικοι χοροι του Μπράμς
κουνάω νευρικα τα πόδια μου
με κοιτας
χαμογελας στο δεύτερο κουδούνι
ίσια μπροστα η αυλαία
κατακόκκινο βαρυ βελούδο
σαν σκέπασμα σε κρεββάτι με ουρανο
σαν τα μάγουλά σου σε έξαψη
δεν χρειάζεται να σε κοιτάξω για να ξέρω ότι καταλαβαίνεις τι σκέφτομαι
μπλεγμένοι στα μαλλια σου είναι
οι σπάγγοι που ξεφτάνε απ το κουβάρι του μυαλου μου
ακουμπας το κεφάλι σου στο δείκτη του δεξιου σου χεριου
κείνον με το δαχτυλίδι
στρίβεις τα μάτια σου στ αριστερα
βλέπεις που σε κοιτάζω
χαμογελάμε κι οι δυο στο τρίτο κουδούνι
τα φώτα σβήνουν
δεν υπάρχουν ενοχες
μόνο η μουσικη
και το σούρσιμο της αυλαίας που ανοίγει
βρίσκω ευκαιρία στο σκοτάδι
πριν συνηθίσουν τα μάτια
βάζω το δεξι μου χέρι στην πασμίνα
το αριστερο σου είναι ήδη εκει
το σφίγγω
κι εσυ...
σσσστ....







πρέπει να σταματήσουμε να βρισκόμαστε έτσι και στα όνειρα...


.

Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

ησυχία (;)

Δώσε στις άφωνες κραυγες
σχήματα που ταιριάζουνε
είναι οι πίκρες ακόμη κοντινές.
Πάνω που ο δρόμος στρίβει
στήνουν τα βράδυα οι κυνηγοι τις ξώβεργες
κι ο δρόμος, είναι όλο στροφες.
Βαριεστημένη ξάπλωσε μια ομίχλη
πάνω στα λόγια που βαρύναν
από το άσκοπο πηγαινέλα της ηχώς
στους πέτρινους τοίχους,
σκουντουφλώντας σαν τυφλη νυχτερίδα
σε ατελείωτους ρυθμους.
Την ώρα που τα φιλια
γίνονται τρυφερότερα
κι έχει ο θρήνος των άδειων χεριων
μια δόξα απ'το χρώμα της Άνοιξης,
πέφτει στην ποδια μικρου παιδιου
ένα αστέρι,
που προλαβαίνει το τραγούδι της ευχης,
πριν φύγει στο ταξίδι του αέρα.
Πίσω από δέντρα,
ανάμεσα στις μπούκλες των μαλλιων,
κάτω από το χρώμα του ορίζοντα,
πάνω στο ίχνος της γραμμης των βλεφάρων,
μετα απ' την έξαψη,
έξω από το σύνορο άγνωστων χαρτων,
ποιο νά'ναι το μέλλον,
που μας κρύβει η μυρωδια της βροχης;
Ρωτάω την αλήθεια.
Κι η απάντηση,
εκείνη η γνώριμη δροσια
πού'ρχεται απρόσμενα, σαν συναίσθημα αρχέγονο,
σαν ξαφνικο φιλι,
προσπαθώντας επίμονα
να κλέψει από τα μάτια
την εποχη της μελαγχολίας...







όποιος αποδέχεται τη μοίρα
είναι και άξιός της...


.

Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

"τα χρώματα. είν' η ψυχη μας, μ'άλλα λόγια..."



πάνω που κόμπιασε η βροχη, ξεμύτησε ένας ήλιος
κι αιτία ανήμπορος να βρει, μ'έριξε στη φωτια
στο κατευώδιο μιας ευχης, έγινε η νύχτα φίλος
σφυράω τρεις, κι ανάποδα, πορεία για το Νοτια

γαλάζιος φάρος στο γκρεμο, και γράφω μιαν αράδα
είναι μια ανάσα μακρυα; για εκατο οργιες;
νύμφη από ήχο, πού'κλαιγε κι έβγαζε σοροκάδα
γέλιο από κύμμα, πού'σκαγε και μ'άφηνε πληγες

χάδια απο ιδρώτα αβάφτιστα, φιλια που δε νογάνε
στον κάβο στρίβω, και βαρω της θάλασας ρυθμους
τι έχασε; τι κέρδισε; ποια τρέλλα μου χρωστάνε;
πάω να μετρήσω τη καρδια, χάνω τους αριθμους

τόξο από χρώμα, και οσμη βρόχινη, σα θυμάρι
γεύση από μέλι και γυαλο σε ψίθυρου ορμη
αν θέλει λύτρα ο θεος, ας έρθει να τα πάρει
γυμνος, χωρις αποσκευες, βουτάω στη στιγμη...







τι κάνει ένα ψιλόβροχο...
κι ένα βλέμμα στο χρώμα τ'ουρανου
σαν εκείνο εκει, στο βάθος...



υ.γ. ένα σύμφωνο παίζει κρυφτο... μη γελαστείτε...


.

Παρασκευή 15 Οκτωβρίου 2010

νυχτερινη αναπνοη...

Αναπνοες...
πάνω στις κορυφες των δέντρων
των πεύκων
στις νευρικες απολήξεις της θάλασσας
του αέρα
με τον αέρα
Ανάσα...
Στέκει,
πίσω απ'τη γωνιά
λυγάει στο δρόμο
ξεχύνεται στις αυλες και στο μώλο
σκουπίζει τα κατώφλια
Να!
στρίψανε βιαστικά στις φτέρες
Μπουλούκι
όνειρο
ή σαν όνειρο
Γυρίζει και κοιτάει κατα τις στέγες
που αγκομαχουν απ το βαρύ της νύχτας
κι έπειτα
απλώνει το χέρι με τα μακρυα, λιγνά ακροδάχτυλα
και φτιάχνει τρεις σταγόνες καλοκαίρι στο καταχείμωνο
Πώς να ποτίσει τις ελιες;
Του είχε τάξει,
με τα μεγάλα τα μάτια της,
βασιλικο για το πρωι
και τριαντάφυλλο του βραδυού
Κι έπειτα!
ανθίσανε στις μνήμες του ονείρου και της θάλασσας
γλυκα
τραγουδιστα
απέραντα
σαν απ'το σκίσιμο της πέτρας βγαλμένα,
χρώματα
χρώματα
χρώματα

είπε:
-να πω πως ήρθε η Άνοιξη;
-πες πως εγύρισε η μέρα φύλο...







.

Τρίτη 12 Οκτωβρίου 2010

μικρο οδοιπορικο θαλάσσης

δεν έχω άλλο μυστικο
στα κάστρα πέφτουνε τα τείχη
δεν έχω λόγο να κρυφτω
θα με προφτάσει η θεία δίκη

δεν έχει μέτρο η ψυχη
κρεμαω σημαίες σε κοντάρια
αν ζούσα σ άλλη εποχη
θά'παιζα τη καρδια στα ζάρια

το αίμα πια δεν το διψω
τα όπλα μου τά'χω πετάξει
να κατακτήσω δεν ζητω
παρα αυτα που σού'χω τάξει

δεν λογαριάζω τη φωτια
στο ψέμα στήνω μια παγίδα
ριχνω στο πέλαγο καρφια
βάζω στη μνήμη μια σφραγίδα

ποια θάλασσα δεν με χωρα
και ποια ανάσα με λυτρώνει;
σ'είχα ξοδέψει μια φορα
και τώρα που ο καιρος γυρνα
τον έρωτά μου ξαργυρώνει...






όπως κάποιοι ίσως έχουν καταλάβει,
έπεσα πάλι σ'ένα ζόρικο...
αυτο για να μην μένει αραχνιασμένο το ενυδρείο...


.

Τετάρτη 6 Οκτωβρίου 2010

υπόσχεση

με ξέβρασε η θάλασσα, κορμι που δε κοιμάται,
ένα παλιο ναυάγιο σ'αρχαίο ωκεανο
ποιος ξέχασε δεν ρώτησα, μήτε και ποιος θυμάται
κρατάω στο χέρι θύελλα, στο στόμα κεραυνο

με χόρτασε κι η κόλαση, σκύλος δε με δαγκώνει
δέκα που έχασα φιλια, κι ένα που περισώνω
πενήντα οργιες στη πρύμη μου το κύμμα με σηκώνει
τη τρέλλα μου έχω φυλαχτο, κι ένα θεριο λοστρόμο

με γέλασε η σκρόφα η γη, που τόσα μού'χε τάξει
έκρυψα μεσ'στο σάκκο μου μολύβι και χαρτι
κι όσα έστερξα ν ανταμωθω, έχουνε πια πετάξει
ρίχνω στη θάλασσα κρασι και σπάει η κουπαστη

με πρόδωσε ως κι η τύχη μου, κι έχασα τη πορεία
στο Γιβραλταρ ξερίζωσα το βράχο στο φτερο
ποια μ'έσωσε αποκοτια; ποια μ'έκαψε ιστορία;
ποια μάγισσα με ορμήνεψε τα χνάρια για να βρω;

σε γλώσσα αρχαία, μυστικη ξορκίζω τους δαιμόνους
στό'πα πως κείνο τ'όνειρο το έχω ιερο
στρέψε μου μια το βλέμμα σου, κι ας πήρες άλλους δρόμους
για κείνο κι απ την Άβυσσο μπορω ν'αναδυθω...







μη φοβάσαι

Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010

φωτογραφία

πέρασες σαν τον υδράργυρο
μέσα απ το γυαλι του φωτοφράχτη
και δηλητηρίασες δημιουργικα το φιλμ
χωρις ν'αφήσεις εν πρώτοις ίχνη...
σ'αυτες τις ανταύγειες ξαναγεννήθηκα
όσο αγκιστρώθηκαν οι εικόνες
κι έγιναν αρνητικο
κι έπειτα πάλι εικόνες
σε κάποιους σκοτεινους θαλάμους
του μυαλου μου
αποτυπώθηκαν σε χαρτια χρωματισμένα
η θάλασσα
ο έρωτας
κι η γνώση
που από νωρις είχα διακρίνει
μα θόλωνε τα μάτια μου
το πούσι
και το λευκο το δαντελάκι
απ του κύμματος την άκρια...





κι ακόμη εντός μου είναι....






.

Σάββατο 2 Οκτωβρίου 2010

κομάτια κι αποσπάσματα

τώρα εδω
ησυχία
ν'αναλογίζομαι γρήγορα πλάνα
κι ο φωτισμος
να μπαινοβγαίνει απ τους φωτοφράχτες
κι όλη η παράσταση
να κυλάει αργα
σαν ύστατη εξομολόγηση
αργα αποκαλύπτοντας
τους πρωταγωνιστες πισω απ τις σκιες
που ονειρεύονται και φλερτάρουν
κι αδημονουν
και καπηλεύονται
κι όμως αντέχουν στην αποκάλυψη
κι ηθοποιουν κι αναδεικνύονται
απ'την λάμψη των ηλεκτρικων προβολέων
κι έτσι ακροβατουν στη ράμπα
επικίνδυνα πλησιάζοντας τα δόκανα
κι αραχνοπατώντας
πάνω στις ανυποψίαστες συνειδήσεις των θεατων
τρυπώνοντας βιαστικα πίσω απ την αυλαία
καταφύγιο τελευταίο βρίσκοντας
απ τις βουβες βρισιες
κι απ τα άδεια, θορυβώδη χειροκροτήματα...





μια αποχώρηση
αφήνει στον μέχρι πρότινος απρόσωπο χώρο
τις παλμικες δονήσεις
μιας συνεχιζόμενης παρουσίας
κι εγω,
μοναδικος εναπομένων
εν μέσω κενου σταδίου
έναστρη νύχτα
υπεριπτάμενος του εδάφους
έρμαιο των συναισθήσεών μου
προσπαθώντας μιαν ακόμη εξερεύνηση του αγνώστου
και μια φωνη απ το υποβολείο
μου τραγουδάει σε ντο ελάσσονα
"αντι να προσπαθεις να βρεις αυτο που δεν υπάρχει
καλύτερα προσπάθησε με κόπο να το χτίσεις"






δεν είμαι έξω...
είμαι τόσο μέσα,
που καταφέρνω και κυκλοφορώ αθέατος.
σε δρόμους, που απλώνονται
πίσω απ τις πιο απίθανες αιτιολογήσεις
χτίζονται επαύλεις
για να στεγάσουν
των μακρυνων αναζητήσεων
τους επίδοξους εραστες.
όμως δεν αναρωτιέσαι
δεν υποψιάζεσαι
δεν ψάχνεις καν
την συνταγη αυτης της εφήμερης ευημερίας.
κι αναριγας
για λίγο έστω
για μια στιγμη που θα κλέψεις λαίμαργα.
κι έπειτα
ερήμην καταδικάζεις την ευαιασθησία μου
ως αδυναμία,
με αντάλλαγμα
την ανεμπόδιστη διέλευσή σου
μέσα απ τις ερημικες κι άγονες εκτάσεις
που νόμισες, ανόητα,
πως από εγωισμο και ματαιοδοξία σου έκρυβα...





μας προσέχω...
σε μικρες δόσεις
για να μην μας πειράξει...

Παρασκευή 1 Οκτωβρίου 2010

άστιχα και άστοχα...

Ερωτοκόριτσο!
τραγούδησε το όστρακο,
κι απλώθηκε να μάθει την αλήθεια
χορδες ταράζοντας
ανακαλώντας παραμύθια
τη γεύση δοκιμάζοντας
στα χείλια ενος θαλάσσιου ταξιδιου

"Κρύψε στο βράχο
ό,τι δεν έμαθε να δέχεται η θάλασσα
το καλοκαίρι χάλασα,
λιγότερα να μάθω ν'αναμένω
απ των ανθρώπων την πηγαία ευγένεια
κι από των ράθυμων καιρων
τη σκληρωσύνη....."




-----------
αχάραγα
και το βουνο πολύχρωμο
κάτω απ τη φεγγαρόλαμπα
χορδες μαύρες, ασημένιες και κυπαρισσιες
ασυνάρτητα ριγμένες 
η νυχτερινη κοψια της αγριάδας του...
τούτο το βουνο
γλυκα ζωντανεύει τη νύχτα στα μάτια της
τη βραδυνη γαλήνη μιας απόφασης....




 ------------------

η λιγοστη μας όραση
τύφλωσε κι αυτα τα πράγματα που ως τώρα κοιτούσαμε
τι να χαζέψεις;
που γίναν οι εικόνες πέτρες και σου λιθοβολουν τα βλέμματα
που τα χρώματα,
που γεννηθήκαν για να συμπληρώνουν τα αυτάρεσκα τοπία,
γίνανε εκστάσεις στ' ανέραστα ημερολόγια των μοναχικων
Αν,
έβρισκες πάλι έστω και μια χούφτα απ την  χαμένη μας ευδαιμονία
ίσως,
να έβρισκαν μοιραία αιτία να συμβουν οι ήχοι
εκείνοι που δεν είναι μουσικες
εναρμονίζονται όμως εξαίσια
με τις χρωματιστες κινήσεις
στις άπιαστες τροχιες των ερωτευμένων αποδημητικων...



----------------


ποιος έβρισε τις όμορφες καλοκαιρινες μέρες;
πιρκους χειμώνες τώρα δικασμένος να μετράει...
ποιες φυλακες δεν χώρεσαν
τη θλίψη των πεσμένων φύλλων;
κι απλώθηκαν μικροι ιστοι
πάνω στ'ανόητα μυαλά μας...
ποιοι αρνήθηκαν τη λάμψη μιας πυγολαμπίδας
κι έπειτα στραβώθηκαν
αγγίζοντας τις σκοτεινες τροχιες
των προβολέων...
πού χάθηκε η αγρύπνια των βουνων
κι η αγγαλια της θάλασσας;
ψάχνοντας στ'όνειρο
χαμένους δρόμους
κι αποκοιμήθηκε η λιγοστη μας σύνεση
στων αγαλμάτων τα πέτρινα προσωπεία
πότε θα λύσεις τα χέρια σου
στην αγγαλια σου να χωρέσει το τοπίο
και το ταξίδι του Ιάσωνα
και του Οδυσσέα η αποκοτια
πού φυλακίσαμε 
τη λιγοστη ευαισθησία μας
σ'ένα κελι απρόσιτο
καταδικάζοντας την ευτυχία μας να ζήσει;
κι εμεις μαζι της θεατες.
αυτόπτες δήμιοι του εαυτού μας
-περνάει ο καιρος;
-περνάει...

κοίταξε,
αν ξεδιπλώσεις το πανι
θα ξεκινήσουμε
λύσε και χέρια
κλείσε και μάτια
στο κατόπι του καιρου
ίσως φτιάξουμε λίγη γαλήνη...



--------------------------

 




σκόρπια και ξεχασμένα....