της ψυχης

της ψυχης

Ένα (ακόμη) υγρό ιστολόγιο....

ένα (ακόμη) υγρό ιστολόγιο, με υποβρύχιες ανησυχίες...

Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

προσδιορισμοί

πριγκήπισσα ενάλια των μαγικων μου τόπων
βασίλισσα της Ουτοπίας μου
νερο της όασής μου
της έμπνευσής μου αψέντι
ωκύρροη της τρέλας μου ανάσα
της νύχτας οργασμε μου
και άδητό μου γλέντι
της μνήμης σου δέομαι
μα της λήθης σου τυλίγομαι τ' άδειο πουκάμισο
κι ούτε τολμω -πιά-
να ξομολογηθω 
του τελευταίου μου πειρασμου
τ' άδικο κατρακύλισμα
με σμπαραλιάσαν οι συνεπαγωγές
μύστης διχασμένος -εσαει- ανάμεσα στο κάλλος και το κλέος
ουδέν οίδα
ουδέν έστερξα
κι απ' όλα που προσφέρονταν
πρόφτασα μοναχά να σ' αγαπήσω
Άνασσα της υγρής μου επικράτειας
της σκέψης μου σελιδοχτίστη
των καλπασμών μου, σύ, χρυσόστικτο φαρί
Μούσα ασύδοτη
γνώση στερνη
και της ελπίδας πίστη 
στάθηκε το αέναο
τη μέρα για ν' αδράξει
κι εγω, ένοχος ιδιωνύμου
τετελεσμένος διατελω
ενταύθα




Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

M/V Eνδόμυχον

κι ως ανταριάζει σφαλιχτο το μεσιανό τ' αμπάρι
κι αγκομαχάει η μηχανή με τα βαρια σφοντύλια
το μπαϊράκι σκίστηκε, ποιος θα μου το μαντάρει
ποιος θα μου γειάνει τις πληγες απ' αναμμένα χείλια

κι όπως λογιάζει η θάλασσα τον βράχο για να λιώσει
και μιά τα πόδια του φιλα και μιά τον μαστιγώνει
ποιά σαλεμμένη αποκοτια σου σκότισε την γνώση
και η λερη κουβέρτα μου, γυμνη σε καμαρώνει

στήσαν χορο οι βλάμισσες, το πόστο να σου κλέψουν
δέκα πηδάνε στα καρφια και μιά στη λαμαρίνα
μα είναι η μουράβια ζόρικη και πως να την αντέξουν
σκορπίσανε στα ύφαλα και πιάσανε τη γκρίνια

κι ώ! σαν το κύμα αγέρωχη και αφροστολισμένη
ξάπλωσες πα στ' αμπάρι μου η φλόγα να κοπάσει
και το θεριό στη φυλακη την σιδεροχτισμένη
σου τάζει σαν λευτερωθει πως δεν θα σε ξεχάσει

και σιέται η κλειδωνοφωλια και σπαν οι μεντεσέδες
κι οι φύλακες μαλώνουνε με φίδια και με χάδια
γίναν τα λόγια σου φιλια κι οι στεναγμοι μπαχτσέδες
κι η Αγάπη πρωτοφάρμακο να τρώει τα σκοτάδια



Στην Ανώνυμη, με τα πολλα ονόματα
και τα πέντε γράμματα

Παρασκευή 27 Νοεμβρίου 2020

ενδελέχεια

 

Δεν έχω τόπο, ούτε πατρίδα
Άλλα φαντάστηκα παλια και άλλα είδα
Είμαι ενα ψέμα που λέει αλήθεια
Είμαι μια λόξα που μου έγινε συνήθεια

Δεν αγαπάω και δεν φοβάμαι
Κι αν ερωτεύομαι το κάνω να θυμάμαι
Δεν είμαι νέος, δεν είμ' ωραίος
Είμαι χρησμός επιρρεπης και αναγκαίος

Μετρώ το χρόνο ώρα την ώρα
Κι όσα ονειρεύτηκα καιρό τα θέλω δώρα
Αφήνω ίχνη, κρύβω σημάδια
Κι έχω μια δεύτερη 
κρυφη ζωη τα βράδυα

Έχω μια τρέλα και μιά ερωμένη
Μα η δικη μου η καρδία αλλού δοσμένη
'Εχω στασίδι στην παραλία
Μα αν με ψάξεις θα με βρεις στην τρικυμία

Έξυπνος είμαι μα και γελοίος
Αλλάζω μάσκες για να κρύβομαι τελείως
Δεν έχω φίλους, ίσως εκείνη;
Σουγιάς και κόμπος ναυτικος στου νου τη δίνη

Κρύβω τον κόσμο σε μία γυάλα
Και στο συρτάρι μου το ουίσκυ σε μπουκάλα
Πίνω, καπνίζω, δε λέω λόγια
Και κανακεύω τις πουτάνες στα υπόγεια

Γράφω και στίχους κι ύστερα κλαίω
Κι αν άλλα πόθησε η καρδια μου, εγω φτάιω
Είμαι ο Πάνας, κι ο Προμηθέας
Σχιζοφρενης, αυτιστικός, διαφθορέας

Έχω φιλήσει πολλούς αγγέλους
Κι εχω διαβόλους αγαπήσει μέχρι τέλους
Εχω ματώσει κι είμαι σακάτης
Είμαι οργασμός στο μεσοβύζι μιας απάτης

Δεν αγαπάω, μόνο φοβάμαι
Κι αν θα ξυπνήσω το πρωι δεν θα θυμάμαι
Δεν έχω τόπο ούτε πατρίδα
Μα ό,τι λαχτάρησα ποτε στα μάτια σου είδα


Οκτώβρης 2011, Πειραιας

Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2020

αρένα

φιλάς το ποτήρι σου να πιεις
κι ένας πετρίτης βουτάει μεθυσμένος στο πηγάδι
σπαρμένο ιλίγγους γύρω σου
το ναρκοπέδιο
εκπέμπει μιά περίφοβη προσωρινότητα
δυό-τρεις αφτέρουγοι τσαλαπετεινοι
με μάτια αφυδατωμένα
περιπολουν 
κι εγω, στην θαμπή τύρβη του Σαββατόβραδου,
αγναντεύω απ' το κοράκι
καστανιες στην Αργαλαστή
κι άσπιλη άμμος στα Φαλάρσανα
κι ανάμεσά τους 
πέλαγα αφροντυμένα
και κάπου κεί στη μέση τους
το ενεργό της Θήρας το αφάλι
σάν φρυκτωρία πάμφωτη
ώ, της καρδιάς μου σύγχορδο!
μονάχος κι αρειμάνιος θα μπω σε τούτη την αρένα
θεριό ή μονομάχος;
δεν ξεδιακρίνω ακόμη







Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

μυστήρια

κέλομαί σε, 
σου γράφω,
μα αφήνω τ' όνομά σου απροσπέλαστο
κοιμήσου λίγο ακόμη 
με τ' ακροσέντονο στις χούφτες σου
αργει ο κλήδονας
λίγο ακόμη
να διώξω τις στερνές μου αντιρρήσεις 
και κάμποσες αντινομίες 
που βρίθουν αντισύλληψης
κέλομαί σε,
θεά της γονιμότητάς μου
κοιμήσου λιγάκι ακόμη
με τους βοστρύχους σου λυτους
στ' αστάλαχτο του ύπνου σου περβάζι 
αργουν τα Ελευσίνια,
κι η κάθαρσή μου από κοντα,
λίγο μονάχα
να ματίσω τα ξόμπλια στην παντιέρα
να παίξω άλλο ένα τραγούδι
να βλαστίσει το σπορί
να μεγαλώσει κι άλλο η νύχτα
που ειναι η μέρα ανήμπορη να με σώσει
κοιμήσου μιά στάλα ακόμη,
δεν ξέρω αν στό 'χω πει,
μα νύχτα θα σ' αγαπήσω




Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2020

ένδοια

η νύχτα σκοτίζει τους δρόμους
λοιδορούν τις σκιες οι ετερόφωτοι
και κάτι χρονικοι προσδιορισμοι με ξεπερνούν ξώφαλτσα
αποχρώσες ελπίδες, 
άχρωμες
λίγη βροχη μ' έκοψε στα δύο
Δεν είσαι εκει που σ' είχα δει
κι αρτύθηκα ένα τελευταίο παράπονο
βαδίζοντας για τα στεγνα ορθρινά ονειροδρόμια
Βλέπεις,
δίχως φιλί δεν σώζεται η νύχτα



Δευτέρα 26 Οκτωβρίου 2020

καλημέρα

ξυπνω έμπλεος
ανάστροφα βαφτισμένος 
εκ των έσω
και κάπως έτσι, αλλάζουν πάλι τα σύνορα
οι συνήθεις ύποπτοι
ξεσκονίζουν όπλα, σύνεργα και χαρτια
αν πετάξω τις πανοπλίες
θα μείνει χώρος στα χρώματα που λείπουν

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2020

ποιηματάκι


πάλι μονάχος μου τη νύχτα την περνω
και από πάνω μου χιλιάδες αστεράκια
κουράστηκα ερήμην σου ξανα ν' αναζητω
τη λίγη δόση αγάπης σου με μπόλικα παγάκια

πάλι ξημέρωσε χωρις να κοιμηθω
έχω καφε αλλά τελειώσαν τα τσιγάρα
έμαθα πλάϊ σου με τα μισα να ζω
μισά φιλιά, μισή αγκαλια, μα μπόλικη λαχτάρα

πάλι σου γράφω, μήπως κάποτε τα δεις
με την ψευδαίσθηση πως είναι ραβασάκια
κι αν θα ρωτήσεις, το γνωρίζει ο καθείς
ακόμη το ουίσκυ μου το πίνω με παγάκια



αφού τελείωσα κι αυτο, μετα από κάμποσες δεκαετίες
υπάρχει ελπίδα... :)

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

το καρβουνάκι

σαν ανάψω το τσιγάρο
και ρουφήξω τον καπνο
παραμάζωμα τον χάρο
θα τον πάρω στον χορο

σαν τελειώσει τ' οργανάκι
και μερώσει το κρασι
θα χαθώ με το μπουλούκι
κι άμα θες έλα κι εσυ

κι άμα αρχίσεις να ρετάρεις
δεν θα είναι απ' το πιοτο
το τσιγάρο που φουμάρεις
τον ασίκικο σκοπο

θά 'ναι απ' την κρυφή τη φλόγα
που σε καίει σαν λαμπάδα
και σ' αφήνει καρβουνάκι
στης καψούρας τον Καιάδα

σαν θα πιάσεις το μπουκάλι
μην σε νοιάζει κι αν σωθει
έχω ανάψει το μαγκάλι
κι έχω φίνο τουμπεκι

κι αν τελειώσει το τραγούδι
και βραχνιάσει η φωνη
θά 'ναι η ψυχη γεμάτη
κι η μπουκάλα αδειανη

κι άμα αρχίσω να ρετάρω
δεν θα είναι απ' το πιοτο
το τσιγάρο που φουμάρω
τον ασίκικο σκοπο

θά 'ναι απ' την κρυφή τη φλόγα
που με καίει σαν λαμπάδα
και μ' αφήνει καρβουνάκι
στης καψούρας τον Καιάδα



πριν από 8 χρόνια,
η συνήθης ύποπτη αδερφη ψυχη μου,
μου είχε ζητήσει να γράψω ένα απο κείνα περίεργα
έκατσα λοιπον ένα απόγευμα καλοκαιριου τότε
και σκάρωσα το καρβουνάκι
το ξεσκόνισα και νάτο


Τετάρτη 7 Οκτωβρίου 2020

φλογωπά σήματα

ασφαλώς και δεν έχει σημασία
πούθε κατρακύλησε 
ετούτη η συνείδηση
που έστερξε, έτσι, να μας σημαδέψει
άλλους επιπολής, στο θνητό μας σαρκίο
κι άλλους πυρογραφώντας μας τις φλέβες
δεν ρώτησα ποτέ
μα απ' τα τυφλά μου, ως τότενες, μάτια
οίδα, πλέον, τα κρυμμένα μονοπάτια
που καταλήγουν στις ζωοδόχους πηγες
ποιά άτροπη μοίρα μας όρισε να ψηλαφίζουμε,
ενεοί απομένοντας στην αποκάλυψη;
αν σηκώσουμε το βλέμμα
ιδού! ο Πρόμαχος ο ανίκατος
δεν λογαριάζει αν τον πιστεύουμε
συνεπής, περήφανος κι αδυσώπητος
παραμένει αλυσσοδέσμιος
κι εμεις 
προσταγμένοι μπροστα να κινούμε
ταπεινοι μα και περιφανεις κληρονόμοι του.

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2020

departer

θέλω να γράψω μια απρόσμενη Φωνη
να σχεδιάσω στο χαρτι μια καταιγίδα
νά 'ναι τα γράμματα φτιαγμένα από αστραπή
και υστερόγραφο μια κόκκινη σφραγίδα

μία στροφη θέλω να γράψω, που να σφάζει
να μετρηθω με το θεριο, να το χαλάσω
μια Συβαρίτισσα να δω στο βράχο να σφαδάζει
και πριν προλάβει να μου πει, να προσπεράσω

θέλω τα χέρια μου να πάρουνε φωτιά
κι ό,τι έχω γράψει παρανάλωμα να γίνει
να βλαστημήσω τα καμμένα τα χαρτια
πριν τα πετάξω στου Αχέρωντα τη δίνη

θέλω να φτιάξω ένα όπλο από λυγμο
με μια λεπίδα από σώμα αναμμένο
μ'έναν αρχαίο πολεμικο αλλαλαγμο
στου νου το μάτι να τ' αφήσω καρφωμένο

θέλω μιά αιτία  με μελάνι να τη ντύσω
νά με μισήσει αυτη η μοίρα που με σώνει
να ταξιδέψω και το πέλαγο να βρίσω
να βρει λόγο η θάλασσα πάλι να με λυτρώνει

θα ξαπλωθω ανάσκελα στη πλάτη καρχαρία
γυμνος, με μόνο όπλο μου ένα φιλι από ψέμμα
στη μέση του Ωκεανου να βρω την ιστορία
να σκοτωθει που ήθελε, μονάχα από μένα...





Πειραιας, Απρίλης 2012

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2020

Σίβυλλα

κι όταν απόστασε πια
να διαφεντεύει το χέρι, που δάγκωνε,
βυθίστηκε,
αύτανδρη,
στον κυκεώνα
εκστατικη
ηδονικη
γιομάτη από σημάδια τρυφηλά
-δεν έλεγε να κοπάσει η ορμη της-
χάϊδεψε την γάστρα της
και φώναξε
-δεν θ' αγαπήσω άλλον!!!
μα ήταν πια αργα
να κουβαλήσω κείνα τα λόγια
σφηνωμένο στον τρίτο σπόνδυλο της αντοχης
το μαχαίρι
δεν λογάριαζε χρησμους...

Τρίτη 25 Αυγούστου 2020

νυν και αεί

κάποτε ως κι η μάνα μου
μ' έλεγε ονειροβάτη
που κοίταγα τις θάλασσες
και μ' έπιανε καημός
τα βράδια που δεν μπόραγα
παιδί να κλείσω μάτι
πού 'χα τη νύχτα γιατρειά
και παιδεμό το φως

κάποτε στα σεντόνια μου
φυτρώναν αντιρρήσεις
κι είχα τους γρίφους συντροφια
και φίλες τις βροχες
γόρδιος δεσμός η λύτρωση
που δεν μπορεις να λύσεις
και το άμοιρο κιτάπι μου
γεμάτο ενοχες

τώρα το παρασύνθημα
το ξέρω πια απ' έξω
κι ας μένουν πόρτες ορφανες
κι ας λείπουν τα κλειδια
κλέφτη η ζωή μου μ' όρισε
μα δεν μπορω να κλέψω
εθελοντής κρατούμενος
και η ποινη βαρια

μα έλα,
κι αν σ'αποτίναξα, αναπαμό δεν έχω
ματώσαν τα χιλιόμετρα και πως να σκουπιστω;
νυν και αεί σ'αγάπησα
κι αν το φευγιό τ' αντέχω,
νυν και αεί με πότισες
και πως να σ' αρνηθω;


Πειραιάς, Αύγουστος 2020

Κυριακή 23 Αυγούστου 2020

εκατόμβη

δεν ξέρω πια τι επέζησε της σφαγης 
τα μάτια θολωμένα
αίμα από χιλιάδες μικρα γράμματα,
σκοτωμένα,
κομμένα απ τις λέξεις τους, 
κατρακυλάνε γυμνούλια στους Καιάδες 
ένοχος -είπα-
και κάπως έτσι έκαψα όλα τα χαρτια 
τώρα αποσβολωμένος 
σκύβω πάνω από μια λευκη σελίδα 
προσπαθώντας να ξεζουμίσω λίγο ακόμη τέλος
-για πες, 
σου περίσσεψε κανένας στίχος; 
για τους έκαψες όλους;
εκατόμβη
στην τελευταία σου εκδρομη
για να ζεστάνεις πρόσκαιρα τις άνοστες κονσέρβες σου



Καλοκαίρι 2011, Πειραιας

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2020

Θέρος

πάλι η εξόριστη ψυχη
παλιννοστεί
κι ο ήχος της
πέντ' έξη βότσαλα στο στόμα
κι ένα πουκάμισο σιδερωμένο
θα μάθεις πάλι να μιλας
θα μάθεις να φοριέσαι
είναι η ένδεια μιά ανάγκη περαστικη
δεόμεθά σου Έρωτα
με τζιτζίκια και λιόσπορους
και τα πόδια γυμνα
και την καρδιά απαρέμφατη
κι ενώπιόν σου Αύγουστε εφευρέτη
ξαπλώνουμε στην άκρατη ευοσμία σου
χορεύοντας καντρίλιες
για δυό κορμια
και δυό φιλιά
στο θάλπος κάποιου όψιμου καλοκαιριου
και στα τσαλακωμένα σεντόνια
της ύπαρξής μας






Κυριακή 16 Αυγούστου 2020

άδηλη μνήμη

εν είδη υπενθύμισης
ετούτος ο πάλευκος πόνος στο μηλίγγι
γερνά μόλις ανάψω τσιγάρο
μα με συντροφεύει
ανέκφραστος
ως τις άδολες πύλες
μα δεν μπορω πια ν΄αρθρώσω το σύνθημα
δεν εχω ήχο
είχα ένα όνειρο
που φαρμακώθηκε μ' αλήθεια
μα επιρρεπης κι αυταπαρνούμενος
τ' αφουγκράζομαι ακόμη
κι ας μην τον λόγο να γνωρίζω
ίσως να ξέρει ετούτο το κάψιμο
ίσως το σώμα να θυμάται
τις διαδρομές τις επιούσιες
κι έτσι, ακόμη και παραπατώντας,
εφευρίσκω εν τέλει τον δρόμο
κι επιστρέφω ενεός!









Σάββατο 1 Αυγούστου 2020

για τον Νίκο

πως να ανακτήσεις
τα πρωτεία της ζωης
απ' τους σφερτεριστες σκύλους;
βρέφη αειθαλή σπονδίζονται
στις παρυφές των αρχαίων τάφων
του κάκου
η κολυμπήθρα του Σιλωάμ
επιμένει
να ξελπένει τις λάσπες
μα πουθενα φως
βρέθηκαν τα μάτια μας άμαθα
να βλέπουν τα εξαχνωμένα γαλάζια
μοναχα την νύχτα...

Σάββατο 13 Ιουνίου 2020

رائدہ

το φιλι
δεν είχε αρχη
ούτε συνεριζόταν την περίσταση
δεν είχε τέλος
δεν έχει
ο δρόμος ολόστρωτος
με αγαθες προθέσεις
προς τον προθάλαμο μιας κόλασης
εκούσια υιοθετημένης
με διαβατήρια θεωρημένα απ' το σπίρτο
κι εγω να σε χορταίνω με τα μάτια
μου δίνεις τα χέρια σου
κεντάει μυστικα το μαχαίρι
αποφεύγοντας ζωτικα όργανα
στο υπογάστριο
σιγοβράζει μια σούπα από νεύματα
στην άμπωτη περπατάνε οι βάρκες
παρατάω τα σύνεργα
κι άεργος
κατηφορίζω κατα κει που σ' έχω φυλαγμένη
ενώπιος ενωπίω
κι ένας καθρέφτης
συλλαβίζει τις ομοιότητες
κάρβουνο και φωτια
κι αέρας
κι η θάλασσα παραμονεύει
οδηγούμεθα με μαθηματικη ακρίβεια στην αποτέφρωση
και μ' αρέσει...

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2020

σολ

δε μού 'παιξες ποτε μουσικη
κι έτσι την φαντάζομαι
σαν κουφος από γέννα
με τις υπόλοιπες αισθήσεις
το καλοκαίρι σε χειμερία νάρκη
ή το ανάστροφο;
όσα θυμάμαι είναι καλοκαίρι
κι είσαι τόσο κοντα
τόσο μακρυά
σαν μια ευχη για Κυριακες
σαν το αντίδωρο των Ευμενίδων
για όσα απαρνηθήκαμε
σαν το περίσευμα του νόστου
που μας φτάνει εποχούμενο
κι εμεις πεζοί
με την άμμο ανάμεσα στα γυμνά μας δάχτυλα
και την μυρωδια απ' τον λαιμο σου
πυξίδα
μα ας μην προτρέχω
στο πρόσωπό σου 
ζωγράφιζαν οι φρέζιες χρώματα
κι εγω με την γλώσσα δαγκωμένη
έγραφα λίγο θάλασσα
με κάρβουνο και νύχτα
μαγείρευα τα τσόφλια απ τις βουτιες
και χόρταινα στις Εσπερίδες
μικρη μου σταγόνα κι άγιο μου απόσταγμα
δεν μού 'παιξες ποτε μουσικη
βλέπεις, την έμαθες αφου είχα φύγει
μα ακόμη και τώρα
στηριγμένος στα τσακισμένα μου γόνατα
την ακούω
τη νιώθω
την ποθώ
που ξέρω πια
πως το κλείδι
εκει
σφιχτα φυλαγμένο
παραμένει ...


Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

alta amoris

ας τ' ομολογήσω
δεν υπήρξε προϊστορία
απορίας άξια, λοιπον, ετούτη η συνεπαγωγή
αυτοάνοση
αυτοτελης
αυτούσια
με τυραγνά με γνώριμο τρόπο
ειδικα τις νύχτες
πού 'χουν, πιά, ολόφλογες αποχρώσεις
όταν μετρω τ' αποτυπώματα
σαν σε κομποσχοίνι
γνωρίζοντας
πως είτε αργα, είθε πιο γρήγορα
θα μας φέρουν ξανα
στο νόστιμόν μας ήμαρ...

Πέμπτη 12 Μαρτίου 2020

σκαιώδεις επιθυμίες

γίνομαι σκια
για να μην βλέπω το χαρακίρι της νύχτας
ή για να το βλέπω καλύτερα
για το χατήρι της απόστασης
γίνομαι αέρας
γίνομαι ήχος από τακούνια
στο πλακόστρωτο της Κανθάρου
νερατζια κάτω απ' το Ρολόϊ
μετουσιώνομαι σε μπουγιαμπέσα στο Φάληρο
γίνομαι ήχος από σπασμένο καθρεφτάκι
στην παραλία της Πειραϊκης
ρόδα χωρις φρένο
στην πλατεία της Φρεατίδας
και πέτρα που κυλα
στο βράχο της Δραπετσώνας
γίνομαι σκια
γίνομαι κλάμα
γέλιο
και ξομολογιέμαι στη θάλασσα
κι απομένω γυμνος
την απόφαση περιμένοντας
με γυμνες πατούσες πάνω στον κυματοθραύστη της Ζέας
με γυμνες τύψεις στον Άγιο Διονύση
γυμνες ανάσες
με ολόγυμνες επιθυμίες


για το χατήρι της απόστασης
για την αμείλικτη αυτοδικία της νύχτας
γίνομαι σκια, που αντέχει στο φως



αναδημοσίευση λίγο πειραγμένη

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020

la guerra ha muerto

του παραλόγου ο τιμητης σπέρνει φοβέρες
μικρά ανθάκια φύτρωσαν πάλι στην Χιροσίμα
έχει ένα νόστο το το φιλι και πάνε μέρες
πού 'πες πως θά 'ρθεις να με βρεις στο μαύρο κύμα

άβατος ο ωκεανός κι η γλύκα απ' το κορμί σου
στο Ναγκασάκι πότισαν το ρύζι τους με αίμα
μού 'ταξες να λευτερωθείς απ' τ' άστρο της αβύσσου
και σ' έκρυψα μην μαυλιστω απ της φωτιας το βλέμα

καημε μου απροσδόκητε
στη μέση του πολέμου
δεν θέλω να παραδοθω
μήτε και να νικήσω
κι έτσι που με παράσυρες
κορίτσι του ανέμου
πες μου το τι ν' απαρνηθω
για να σε αποκτήσω

Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

de yure

εκει που ρίξαμε άγκυρα
έχασα τη φωνή μου
πα στη σκαλιέρα άφησα
όνομα και φυλή

τι μου χρωστούσε η κόλαση
κι αντάμωσες μαζί μου;
και μού 'ταξες περίπολο
σ' όνειρα αβαθη

μισοσβησμένο μ' έβρηκες
μα δες με! λαμπαδιάζω
πεινάει η νύχτα το φιλι
σχολάνε οι φυλακές

τούτο το μπάρκο τ' άλικο
στα σωθικα μου βάζω
κι οι μέρες οι κατοπινες
ας είναι οι δικαστες

δικές σου όλες οι ριπές
κόκκινες και γαλάζιες
σημάδια απ' άλλες εποχές
-πού 'ρχονται- θαλασσιές

τι κι αν βαθια με πότισαν
η αρμύρα κι οι μουράβιες
σταβέντο μεσοπέλαγα
κι ανάβουν οι φωτιες









Κυριακή 2 Φεβρουαρίου 2020

προς άγραν θέρους

πόσο φως
περίσευε πίσω απ' όσα δεν λέγαμε
κι εσυ
μυρίζεις σαν αργοπορημένος Μάης
σαν σε φιλάει η νύχτα στο λαιμο
εγω ζηλεύω
άχραντο της ψυχης το τρόφιμο
θέριεψε
και ρίζωσε
στις επάλξεις
δεν μιλάω πια γι αγάπες παλιες
ανατριχιάζει ο σουγιας στην τσέπη
και θέλω να σε κλέψω απ' την αρχη
χωρις ενδοιασμους
χωρίς όπλα και πανοπλίες
γυμνος και βαφτισμένος τις αλήθειες
που τόσο απαρνηθήκαμε
πότισε το περιβόλι με χρώματα
κι εγω θα σου θερίσω καλοκαίρια...



Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020

καλλιέργειες

μια στο ολόχρυσο καρφί
και δυό στο άδειο χέρι
κεί δά πού πας να τ' αρνηθεις, 
σε ζώνει και σε σφίγγει
νίψου με ό,τι φίλησες
κι απάγγιο μην γυρεύεις
κι ο πόνος ας κρυφογελά
κι ο δρόμος ας σου γνέφει
εσυ στο τάκα-τούκα σου
καρφώνεις μιά λεπίδα
κι αδειάζει το εσπερινό το κλάμα
από κείνη
κι απ την αρχή
μεσόστηθα
φυτρώνουν τα σποράκια...

κει π' αγκαλιάζει ο ποταμος
την θάλασσα τη μαύρη
κει θ' ανταμώσουν μια βραδυά
οι κάποτε εαυτοι μας!