ένα (ακόμη) υγρό ιστολόγιο, με υποβρύχιες ανησυχίες...
Όπου τα χρυσόψαρα μπορει να δαγκώσουν σαν καρχαρίες και οι γοργόνες δεν μπορουν τα μακροβούτια...
της ψυχης
Ένα (ακόμη) υγρό ιστολόγιο....
Κυριακή 27 Ιουνίου 2010
hangover....
Just a glance and I was trapped
Just a sound of exclamation
Found new areas unmapped
Found a path to my salvation
Changed my hide into a skin
Dropped the mask and singing sadly
All my feelings spread so thin
Love me not, or love me madly
I'm the master of delusion
I'm a bomb, start the diffusion
I'm the master of deceit
stay away or share the heat
Mind the road, narrow and steep
I'm the monster of the deep
Sea and sky and perfect blue
Found a spark to set the fire
Looked in you without a clue
Sea and sky and pure desire
Come inside, don't be afraid
I'm a thief and I'm a rocker
When my dark side starts to fade
Love me not or love the joker
I'm the master of delusion
I'm a bomb, start the diffusion
I'm the master of deceit
stay away or share the heat
Mind the road, narrow and steep
I'm the monster of the deep
I have killed and I've been dead
Lived again through resurrection
You're my temple, you're my thread
You're my heavenly redemption
Used a bait but I got hooked
Threw the net and I'm trapped fully
Don't beleive on what you've looked
Love me not or love me truly
I'm the master of delusion
I'm a bomb, start the diffusion
I'm the master of deceit
stay away or share the heat
Mind the road, narrow and steep
I'm the monster of the deep
.
μετα τη χθεσινη κραιπάλη υπολειτουργω...
γι αυτο απόψε τα ψαράκια θα βολευτουν με κονσέρβα
αυτο κλείνει ένα χρόνο
πάντα επίκαιρο...
η Nina Simon είναι έτσι κι αλλιως πάντα επίκαιρη...
.
Σάββατο 26 Ιουνίου 2010
έρχεσαι;
έλα να πάμε,
στις μαρμαρόστρωτες πλατείες δεν χωράμε
τα πολυδαίδαλα σοκάκια δεν φοβάμαι
έλα να πάμε
ελα και στίβω το μυαλο μα δε θυμάμαι
στα ιδρωμένα όνειρά σου πες μου αν θά'μαι
κι έλα να πάμε
έλα να πάμε
λαθρεπιβάτες που μας διώχνουν μα γυρνάμε
κι ό,τι κι αν ξόδεψα εγω δε το λυπάμαι
έλα να πάμε
έλα και φέρε μιαν ευχη να την κρατάμε
μία μποτίλια μαύρο ρούμι να μεθάμε
κι έλα να πάμε
έλα να πάμε
έλα σου λέω, δεν αξίζει να ξεχνάμε
θα γίνω αέρας να σε κλέβω να γελάμε
έλα να πάμε
έλα και γίνε μου φτερο για να πετάμε
να ονειρευτείς ότι ποτε δε θα γερνάμε
κι έλα να πάμε
έλα να πάμε
δεν μας ταιριάζουνε οι νύχτες που χαλάμε
εμεις και μέρα μεσημερι ξενυχτάμε
έλα να πάμε
έλα θα σβήσω τις σκιες που κυνηγάμε
θα λευτερώσω τα θηρία που φυλάμε
κι έλα να πάμε...
έλα...
Κάθε φορά που κοιτάζω τη φωτιά
κάτι θυμάμαι απ όσα έχεις φέρει
Λιώνουν οι πάγοι και φέγγει ξανά
Καλοκαίρι
Χρώματα γύρω κι αστέρια γλιστράν
μες στα ποτήρια μας τα ανθισμένα
Κράτα μια γεύση, μια σου γουλιά
και για μένα
Έλα κοντά
Χιλιάδες ήλιοι αστράφτουν μαζί
ορμάει ο κόσμος να μπει στο όνειρό σου
Δε θα νικήσω, θα νικάς πάντα εσύ
παραδώσου
Κι αν είν για λίγο, ας μοιάσει για πολύ
κι αν είν για πάντα, ας είναι για τώρα
Ανοίγω κι έλα σαν νεροποντή
και σαν μπόρα
Έλα κοντά
στις μαρμαρόστρωτες πλατείες δεν χωράμε
τα πολυδαίδαλα σοκάκια δεν φοβάμαι
έλα να πάμε
ελα και στίβω το μυαλο μα δε θυμάμαι
στα ιδρωμένα όνειρά σου πες μου αν θά'μαι
κι έλα να πάμε
έλα να πάμε
λαθρεπιβάτες που μας διώχνουν μα γυρνάμε
κι ό,τι κι αν ξόδεψα εγω δε το λυπάμαι
έλα να πάμε
έλα και φέρε μιαν ευχη να την κρατάμε
μία μποτίλια μαύρο ρούμι να μεθάμε
κι έλα να πάμε
έλα να πάμε
έλα σου λέω, δεν αξίζει να ξεχνάμε
θα γίνω αέρας να σε κλέβω να γελάμε
έλα να πάμε
έλα και γίνε μου φτερο για να πετάμε
να ονειρευτείς ότι ποτε δε θα γερνάμε
κι έλα να πάμε
έλα να πάμε
δεν μας ταιριάζουνε οι νύχτες που χαλάμε
εμεις και μέρα μεσημερι ξενυχτάμε
έλα να πάμε
έλα θα σβήσω τις σκιες που κυνηγάμε
θα λευτερώσω τα θηρία που φυλάμε
κι έλα να πάμε...
έλα...
Κάθε φορά που κοιτάζω τη φωτιά
κάτι θυμάμαι απ όσα έχεις φέρει
Λιώνουν οι πάγοι και φέγγει ξανά
Καλοκαίρι
Χρώματα γύρω κι αστέρια γλιστράν
μες στα ποτήρια μας τα ανθισμένα
Κράτα μια γεύση, μια σου γουλιά
και για μένα
Έλα κοντά
Χιλιάδες ήλιοι αστράφτουν μαζί
ορμάει ο κόσμος να μπει στο όνειρό σου
Δε θα νικήσω, θα νικάς πάντα εσύ
παραδώσου
Κι αν είν για λίγο, ας μοιάσει για πολύ
κι αν είν για πάντα, ας είναι για τώρα
Ανοίγω κι έλα σαν νεροποντή
και σαν μπόρα
Έλα κοντά
αντι καλημέρας...
σήμερα ξύπνησα με μια μελαγχολικη αλλα ευχάριστη διάθεση
μη ρωτάτε πως και γιατι
τα οξύμωρα είναι το φόρτε μου...
αντι για καλημέρα λοιπον σας αφιερώνω αυτο το τραγούδι
υπάρχει σε πολλες εκτελέσεις
αλλα τούτη εδω με έκανε να χαμογελάσω
πολυ!
καλημέρα λοιπον
μη ρωτάτε πως και γιατι
τα οξύμωρα είναι το φόρτε μου...
αντι για καλημέρα λοιπον σας αφιερώνω αυτο το τραγούδι
υπάρχει σε πολλες εκτελέσεις
αλλα τούτη εδω με έκανε να χαμογελάσω
πολυ!
καλημέρα λοιπον
Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010
χωρις θέμα...
ραπίσματα....
Σηκώνεσαι
Ρίχνεις μαλλιά φτιάχνεις τη φούστα
Τσιγάρο φίλτρο
Καφέ γλυκό
Δεν έχω τίποτε να πω
Ρίχνω το βλέμμα στο κενο
Στο ανοιχτό σου το πουκάμισο
Είσαι φτιαγμένη για τα άσχημα τα γούστα
Αφήνομαι
Βγαίνεις ξυπόλητη στο πέτρινο μπαλκόνι
Τσιγάρο σκέτο
Καφέ πικρό
Δεν έχει τίποτε να δεις
Κι ότι σου έκρυψα θα βρείς
Θα το φοράς κατάσαρκα
Ειν' ο παράδεισος φριχτός αν είσαι μόνη
Στολίζεσαι
Βάζεις εκείνα που σ αρέσουν και με φτιάχνουν
Και μωβ κραγιόν
Σκιά χρυσή
Δεν έχω τίποτε να χάσω
Αν σ αρνηθώ θα λυτρωθώ
Στον Κιθαιρώνα θα χαθώ
Θα ρθουν τ' αδέρφια μου τ αγρίμια να με ψάχνουν
Παραλογίζομαι
Σε χαστουκίζω λίγο για να σε παιδέψω
Tattoo μικρό
Φιλι βαθυ
Δεν θέλω κάτι να μου δώσεις
Κι αν στον Ευρώτα ξεχαστείς
Και μ αρνηθείς
Το αγαπημένο σου κορμί θα σημαδεψω
.
Σηκώνεσαι
Ρίχνεις μαλλιά φτιάχνεις τη φούστα
Τσιγάρο φίλτρο
Καφέ γλυκό
Δεν έχω τίποτε να πω
Ρίχνω το βλέμμα στο κενο
Στο ανοιχτό σου το πουκάμισο
Είσαι φτιαγμένη για τα άσχημα τα γούστα
Αφήνομαι
Βγαίνεις ξυπόλητη στο πέτρινο μπαλκόνι
Τσιγάρο σκέτο
Καφέ πικρό
Δεν έχει τίποτε να δεις
Κι ότι σου έκρυψα θα βρείς
Θα το φοράς κατάσαρκα
Ειν' ο παράδεισος φριχτός αν είσαι μόνη
Στολίζεσαι
Βάζεις εκείνα που σ αρέσουν και με φτιάχνουν
Και μωβ κραγιόν
Σκιά χρυσή
Δεν έχω τίποτε να χάσω
Αν σ αρνηθώ θα λυτρωθώ
Στον Κιθαιρώνα θα χαθώ
Θα ρθουν τ' αδέρφια μου τ αγρίμια να με ψάχνουν
Παραλογίζομαι
Σε χαστουκίζω λίγο για να σε παιδέψω
Tattoo μικρό
Φιλι βαθυ
Δεν θέλω κάτι να μου δώσεις
Κι αν στον Ευρώτα ξεχαστείς
Και μ αρνηθείς
Το αγαπημένο σου κορμί θα σημαδεψω
.
have you ever?
have you ever felt the rain?
going through skin, flesh, bones...
reaching your heart
evaporating into thin air
there is no heart within
only fire!
Τετάρτη 23 Ιουνίου 2010
μη γελαστεις...
δεν έχω κάποιο χάρτη μυστικο
που οδηγει στο θησαυρο που επιθυμεις
μόνο ένα παλιο τσαλακωμένο φυλλάδιο από δρομολόγια
ένα κομμένο εισητήριο από πλοίο γραμμής
κι ένα μισογεμάτο μπουκάλι νερου
μην και διψάσω
προμήθειες δεν υπάρχουν
ούτε υποζύγια για τις αποσκευες
και τι αποσκευες νομίζεις πως κουβάλαω;
ένα σκουριασμένο χαρτοκόπτη απ το Τολέδο
μια φωτογραφία ασπρόμαυρη από ένα ζευγάρι μ' ένα παιδι στη μέση βγαλμένη στη Ριέκα
μια μπούκλα
ένα τσακμάκι
τα τσιγάρα μου
τις φωτιες και τα σημάδια μου
ένα ζευγάρι γυαλια
κι ένα βιβλίο χιλιοτριμμένο
φτασαμε, αλλα στάσου...
δεν έχω οδηγίες για το πως κουμαντάρεται αυτο το σκαρι
ούτε για το πως μπορεις ν ' ανέβεις την ανεμόσκαλα
έτσι που το μπότζι λικνίζει το καράβι
σού'ρχεται η κουπαστη στο σαγόνι κι έπειτα ψηλώνει ίσα με πενήντα οργιες
κρατήσου καλα
όχι πως θα πνιγεις αν πέσεις
μα φοβάμαι μην και αποκαρδιωθεις κι αφήσεις τα σχοινια και κολυμπήσεις στην ακτη
εγω;
πολλες φορες...
κι όλες στα συγκαλα μου
πιωμένος ανεβαίνω ευκολότερα
σα τη μαϊμου στο μπανανόδεντρο
όχι δε φοβάμαι αν πέσω πάλι στη θάλασσα
ούτε καν οι σκύλοι δε λιγουρεύονται να με δαγκώσουν
γι αυτο σου λέω, κράτα σφιχτα
αν θες ανεβαίνω πίσω σου και σε βαστάζω
ναι, σ αντέχω
φτερο είσαι, κι έτσι κι αλλιως αποσκευές δεν έχεις ούτε κι εσυ
στις τσέπες σου χωρουν όλα
όσα στη καρδια μας φυλάμε δεν βαραίνουν
σίγουρα, ούτε οι στεναχωριες δε βαραίνουν
άκου που σου λέω
μη με βλέπεις έτσι λεκιασμένο κι ασιδέρωτο και με κουρέλια
μονάχα εκείνη τη γωνια κρατάω καθαρη
γι αυτο δε φοβάμαι
ανέβηκες;
μπράβο σου, μονάχη σου ε;
έτσι έπρεπε
βάστα ν' ανέβω και του λόγου μου...
δεν έχω τίποτε να σε ταϊσω σ αυτο το ταξίδι ξέρεις,
κι εκείνα τα τελευταία φύλα από χτενόχορτο που 'χα μαζέψει τα κεραστήκαμε ψες το βράδυ
κάμε υπομονη, πάρε απ τη δικια μου, περισσεύει...
έτσι που αγριεύει η ανάσα σου και μακραίνει η ματια σου λέω πως χάνεσαι ώρες ώρες
όχι, δεν έχω ρολόϊ
που δε με συφέρει ίσως, γι αυτο, ναι
ζαλίστηκες;
να κοιτας μακρυα για να μη ζαλίζεσαι
ναι, πέρα στον ορίζοντα
τα κοντυνα ζαλίζουνε
πες μου πως τραγουδιέται εκείνο το ασύρτικο που μού λεγες προχτες;
ναι, κείνο το αργόσυρτο που μου το τραγουδούσες ψιθυριστα...
δεν έχω φωνη, δεν έχω νότες,
το ξέρω
δεν έχω μήτε μάτια να διαβάσω παρτιτούρες
καρικατούρες σκαλίζω στα τετράδια
κάνω πως γράφω γράμματα σε σημαίνοντες
κι έπειτα τα διπλώνω όπως οι παλιοι βυζαντινοι κι έχω βρει κι ένα κομμάτι προφυρο βουλοκέρι και τα σφραγίζω λες πια κι είμαι δόγης.
στράβωσε ο καιρός
πάω στη πλώρη να γραδάρω τα νερα
μη και πέσουμε σε ξέρα...
δεν έχω κανένα χάρτη μυστικό
που να οδηγει στο νησι που θέλεις
και του εξάντα το γυαλι έσπασε στη φουρτούνα
και χωρις γυαλι δεν μπορω να μετρήσω τον ήλιο
χωρις χάρτη πάω, χωρις ήλιο όχι
χωρις συγγνώμη δε πιάνει το πανι αέρα
χωρις φευγιο δεν έχει επιστροφη
χωρις πατρίδα δεν έχει διακριτικα το καράβι...
βάζω το μαντήλι με το μονόγραμμά σου στη καβίλια και το σηκώνω
τι κι αν είναι κάτασπρο σα το λαιμο σου
πειρατικο είναι αυτο το γαλόνι
με ναύτες μεθυσμένους και καπετάνιο κλέφτη
πειρατικο και φοβερίζει
κι εσυ δεμμένη στο ακρόπρωρο γοργόνα
μη γελιέσαι!
γιο-χο-χο γιο-χο-χο
μη γελιέσαι!
που οδηγει στο θησαυρο που επιθυμεις
μόνο ένα παλιο τσαλακωμένο φυλλάδιο από δρομολόγια
ένα κομμένο εισητήριο από πλοίο γραμμής
κι ένα μισογεμάτο μπουκάλι νερου
μην και διψάσω
προμήθειες δεν υπάρχουν
ούτε υποζύγια για τις αποσκευες
και τι αποσκευες νομίζεις πως κουβάλαω;
ένα σκουριασμένο χαρτοκόπτη απ το Τολέδο
μια φωτογραφία ασπρόμαυρη από ένα ζευγάρι μ' ένα παιδι στη μέση βγαλμένη στη Ριέκα
μια μπούκλα
ένα τσακμάκι
τα τσιγάρα μου
τις φωτιες και τα σημάδια μου
ένα ζευγάρι γυαλια
κι ένα βιβλίο χιλιοτριμμένο
φτασαμε, αλλα στάσου...
δεν έχω οδηγίες για το πως κουμαντάρεται αυτο το σκαρι
ούτε για το πως μπορεις ν ' ανέβεις την ανεμόσκαλα
έτσι που το μπότζι λικνίζει το καράβι
σού'ρχεται η κουπαστη στο σαγόνι κι έπειτα ψηλώνει ίσα με πενήντα οργιες
κρατήσου καλα
όχι πως θα πνιγεις αν πέσεις
μα φοβάμαι μην και αποκαρδιωθεις κι αφήσεις τα σχοινια και κολυμπήσεις στην ακτη
εγω;
πολλες φορες...
κι όλες στα συγκαλα μου
πιωμένος ανεβαίνω ευκολότερα
σα τη μαϊμου στο μπανανόδεντρο
όχι δε φοβάμαι αν πέσω πάλι στη θάλασσα
ούτε καν οι σκύλοι δε λιγουρεύονται να με δαγκώσουν
γι αυτο σου λέω, κράτα σφιχτα
αν θες ανεβαίνω πίσω σου και σε βαστάζω
ναι, σ αντέχω
φτερο είσαι, κι έτσι κι αλλιως αποσκευές δεν έχεις ούτε κι εσυ
στις τσέπες σου χωρουν όλα
όσα στη καρδια μας φυλάμε δεν βαραίνουν
σίγουρα, ούτε οι στεναχωριες δε βαραίνουν
άκου που σου λέω
μη με βλέπεις έτσι λεκιασμένο κι ασιδέρωτο και με κουρέλια
μονάχα εκείνη τη γωνια κρατάω καθαρη
γι αυτο δε φοβάμαι
ανέβηκες;
μπράβο σου, μονάχη σου ε;
έτσι έπρεπε
βάστα ν' ανέβω και του λόγου μου...
δεν έχω τίποτε να σε ταϊσω σ αυτο το ταξίδι ξέρεις,
κι εκείνα τα τελευταία φύλα από χτενόχορτο που 'χα μαζέψει τα κεραστήκαμε ψες το βράδυ
κάμε υπομονη, πάρε απ τη δικια μου, περισσεύει...
έτσι που αγριεύει η ανάσα σου και μακραίνει η ματια σου λέω πως χάνεσαι ώρες ώρες
όχι, δεν έχω ρολόϊ
που δε με συφέρει ίσως, γι αυτο, ναι
ζαλίστηκες;
να κοιτας μακρυα για να μη ζαλίζεσαι
ναι, πέρα στον ορίζοντα
τα κοντυνα ζαλίζουνε
πες μου πως τραγουδιέται εκείνο το ασύρτικο που μού λεγες προχτες;
ναι, κείνο το αργόσυρτο που μου το τραγουδούσες ψιθυριστα...
δεν έχω φωνη, δεν έχω νότες,
το ξέρω
δεν έχω μήτε μάτια να διαβάσω παρτιτούρες
καρικατούρες σκαλίζω στα τετράδια
κάνω πως γράφω γράμματα σε σημαίνοντες
κι έπειτα τα διπλώνω όπως οι παλιοι βυζαντινοι κι έχω βρει κι ένα κομμάτι προφυρο βουλοκέρι και τα σφραγίζω λες πια κι είμαι δόγης.
στράβωσε ο καιρός
πάω στη πλώρη να γραδάρω τα νερα
μη και πέσουμε σε ξέρα...
δεν έχω κανένα χάρτη μυστικό
που να οδηγει στο νησι που θέλεις
και του εξάντα το γυαλι έσπασε στη φουρτούνα
και χωρις γυαλι δεν μπορω να μετρήσω τον ήλιο
χωρις χάρτη πάω, χωρις ήλιο όχι
χωρις συγγνώμη δε πιάνει το πανι αέρα
χωρις φευγιο δεν έχει επιστροφη
χωρις πατρίδα δεν έχει διακριτικα το καράβι...
βάζω το μαντήλι με το μονόγραμμά σου στη καβίλια και το σηκώνω
τι κι αν είναι κάτασπρο σα το λαιμο σου
πειρατικο είναι αυτο το γαλόνι
με ναύτες μεθυσμένους και καπετάνιο κλέφτη
πειρατικο και φοβερίζει
κι εσυ δεμμένη στο ακρόπρωρο γοργόνα
μη γελιέσαι!
γιο-χο-χο γιο-χο-χο
μη γελιέσαι!
συνεπως....
Im driving in my car, I turn on the radio
Im pulling you close, you just say no
You say you dont like it, but girl I know youre a liar
`cause when we kiss, fire
Late at night Im takin you home
I say I wanna stay, you say you wanna be alone
You say you dont love me, girl you cant hide your desire
`cause when we kiss, fire
You had a hold on me, right from the start
A grip so tight I couldnt tear it apart
My nerves all jumpin actin like a fool
Well your kisses they burn but your heart stays cool
Romeo and juliet, samson and delilah
Baby you can bet their love they didnt deny
Your words say split but your words they lie
`cause when we kiss, fire
Im pulling you close, you just say no
You say you dont like it, but girl I know youre a liar
`cause when we kiss, fire
Late at night Im takin you home
I say I wanna stay, you say you wanna be alone
You say you dont love me, girl you cant hide your desire
`cause when we kiss, fire
You had a hold on me, right from the start
A grip so tight I couldnt tear it apart
My nerves all jumpin actin like a fool
Well your kisses they burn but your heart stays cool
Romeo and juliet, samson and delilah
Baby you can bet their love they didnt deny
Your words say split but your words they lie
`cause when we kiss, fire
σπάνια εκτέλεση live
o Bruce, όλα τα αργύρια...
Τρίτη 22 Ιουνίου 2010
ρώτησες κάποτε...
Ρόδα του Καϊρου, λεβάντα από τα Ιόνια και πεύκο του Ολύμπου μυρίζει ο λαιμός σου.
Άνοιξη
Τα μαλλια σου απογευματινή θάλασσα και πευκοβελόνες βρόχινες.
Φθινόπωρο
Τα χέρια σου μυρίζουν γιασεμιά και η ανάσα σου δροσερός δυόσμος.
Χειμώνας
Κι ανάμεσα στα πόδια σου ώριμο βερύκοκκο, κόκκινο γλυκό πιπέρι απ το Μαρόκο κι εξωτικός λωτός.
Καλοκαίρι
Κι η αύρα σου, που την αναγνωρίζω κι ας έχουν περάσει ώρες, μέρες, παπαρούνες του πόθου και τσάϊ κινέζικο πράσινο κι άγουρο...
Χρόνος
.
Άνοιξη
Τα μαλλια σου απογευματινή θάλασσα και πευκοβελόνες βρόχινες.
Φθινόπωρο
Τα χέρια σου μυρίζουν γιασεμιά και η ανάσα σου δροσερός δυόσμος.
Χειμώνας
Κι ανάμεσα στα πόδια σου ώριμο βερύκοκκο, κόκκινο γλυκό πιπέρι απ το Μαρόκο κι εξωτικός λωτός.
Καλοκαίρι
Κι η αύρα σου, που την αναγνωρίζω κι ας έχουν περάσει ώρες, μέρες, παπαρούνες του πόθου και τσάϊ κινέζικο πράσινο κι άγουρο...
Χρόνος
.
Κυριακή 20 Ιουνίου 2010
που είμαι;
ψάχνω ένα τρόπο όταν φεύγω μην σ'αφήνω
να βρω μιαν άκρη μακρυά σου να 'μαι εκει
απ' το μυαλο σου κι αν με διώχνεις να μη σβήνω
να ξαναγράψω τη σελίδα απ' την αρχη
ψάχνω να δω πόσο βαθειές είν' οι σπηλιές σου
μέσα να τρέχω και να βγαίνω όταν γελάς
αν κουραστω να κοιμηθώ στις αγκαλιές σου
αν βαρεθεις να εχεις κάποιον να μιλάς
δεν απαντας μα εγώ σ ακούω και σωπαίνω
κι όταν σε χάνω μες' στα μάτια σου νερά
μαύρες φωτιες ανάβω και σε περιμένω
κι ας με τραβάνε οι σειρήνες στ ανοιχτά
ψάχνω να δω πόσο πονάει εκεί που κόβεις
βρίσκω νερό μέσα σε έρημο βαθιά
στη σιωπή σου μια με θέλεις μια με διώχνεις
κι αν κουραστεις είναι η ανάσα σου βαριά
ψάχνω δυο λέξεις, μια φωνη και δέκα μέρες
ψάχνω ρουσφέτι στον Παράδεισο να μπω
σαν πειρατης μοιράζω σφαίρες και φοβέρες
σαν σχοινοβάτης στη ματια σου ακροβατω
ψάχνω δυο λέξεις, μια φωνη και δέκα μέρες
ψάχνω ρουσφέτι στον Παράδεισο να μπω
σαν πειρατης μοιράζω σφαίρες και φοβέρες
σαν σχοινοβάτης στη ματια σου ακροβατω
και στο φιλί σου ψάχνω τους χαμένους λόγους
στο άγγιγμά σου την απόγνωση τρελλού
και ξενυχτάω και γυρνάω σ άλλους τόπους
είμαι εδω, είμαι εκει, είμαι αλλου
τυχαίες συνταγες απο περισσευούμενα υλικα...
behind blue eyes
whatever lies
is reaching in
it's killing monsters
causes disasters
healing the sin
no more a sinner
not truly winner
it's living in
kisses the dragon
pulling the wagon
my sight is thin
before blue eyes
some easy lies
some crawling in
causing disasters
slaves and masters
a soul that's grin
no more committment
and poor fullfilment
recycle bin
with golden handles
and purple candles
and garbage in
παίζοντας με τις λέξεις
τυχαίο ψηφιδωτο
Σάββατο 19 Ιουνίου 2010
ετυμολογια...
Ελένη, όνομα ελληνικο
Ελένη σημαίνει:φωτεινή, γεμάτη φως, αστραποβολούσα
άλλοι υποστηρίζουν ότι προέρχεται από την αρχαϊκη ρίζα (ρήμα) ελε-
"ελε", κυριέυω, κατακτω
όπερ μεθερμηνευόμενον πιθανα
για να βρεις μιαν "Ελένη" πρέπει να αφεθείς στην κυριαρχία του φωτος
συνδιασμοι άπειροι...
λογοπαίγνια και λογοπλοκες
ελεύθερα...
ευχαριστω το/τη Noname για το έναυσμα...
αυτο νομίζω ταιριάζει...
Και πάλι απέναντι στο φως θα σε κοιτάζω
Μέλι και όπιο μες στο μυαλό μου στάζω
Μέλι και όπιο μες στο μυαλό μου στάζω
.
Παρασκευή 18 Ιουνίου 2010
sinfull dreams (reprint and completed)
dominating Desire,
balancing Ice with Fire
hot Wax on cool Skin
no Mercy
no Sin...
cultivating the Fear
being so Far and so Near
bright Sun on dark Skin
no Memories
no Sin...
aggregating the Power
keep the Sword give the Flower
wet Dreams on dry Skin
no Love
no Sin...
.
cultivating the Fear
being so Far and so Near
bright Sun on dark Skin
no Memories
no Sin...
aggregating the Power
keep the Sword give the Flower
wet Dreams on dry Skin
no Love
no Sin...
.
Πέμπτη 17 Ιουνίου 2010
εάλω...
Δεν έχω λόγο να φωνάζω από το κάστρο
δεν βλέπω πια να ξεχωρίσω το στρατο
μπουλούκια κάψανε τις κερασιες στο κάμπο
πρόσφυγας φεύγω μη στερνα και σ' αρνηθω
Στό ταρσανα καλαφατίσανε τις βάρκες
έτοιμος ήμουνα για μπάρκο από καιρο
ξερος λαιμός από τσιγάρα άλλες μάρκες
ίσα που πρόλαβα μια νύχτα να χαρω
Κινούν παλλοίριες και κλαιν στους μαστραπάδες
κι αναθαρίζουν στ ανοιχτα οι πειρατες
πάνω που έπιασα να γράψω δυο αράδες
γέμισε η νύχτα με καπνους κι αναλαμπες
Στο λαβομάνο σου αφήνω ένα μαντήλι
και το κλειδι κατω απ' τη πέτρα, να το βρεις
με ύστατο λάδι σου ανάβω ένα καντήλι
προσευχητάρι το μαχαίρι μου θα δεις
Δεν έχεις λόγο να γυρίσω, να σε ψάξω
πυξίδα που έσπασε και ρότα που στραβώνει
και τη ξανθια τη μπούκλα μ'αίμα θα τη βάψω
βαθεια στο κόρφο να με καίει και να με λυώνει
Πήρες για δώρα καθρεφτάκια και γιρλάντες
άλικο σάλι ξεφτισμένο απ' τον καιρο
παίζαν καντρίλιες για τα πόδια σου οι μπάντες
κι εγω ένας ναύτης που τραβούσε στο νερο
Θα ζωγραφίσω στο πετσί μου καρχαρία
θα ξεριζώσω απ το μυαλο μου το βυθο
κι έτσι οξύμορος, τρελλος και μεθυσμένος
θα διασχίσω μ' ένα τσόφλι ωκεανο
Σπάσαν τα τείχη, που κοιτούσαν παραλία
κι οι νυχτοφύλακες πισθάγκωνα δεμμένοι
τούτη τη νύχτα που κουρσέψανε τη Τροία
την αποφράδα, τότε σ' έχασα, Ελένη
.
Τετάρτη 16 Ιουνίου 2010
αν ήμουν...
Αν ήμουν οπαδός του Αλλάχ
Κι είχα την τρέλλα του Σεβάχ
Θα σ άρπαζα απ τη μέση
Θα θέριζα τους πειρατές
Και με μια πτήση μυστική
θα σ' έκρυβα στην Αφρικη
τ'αστέρι σου να πέσει
Κι είχα την τρέλλα του Σεβάχ
Θα σ άρπαζα απ τη μέση
Θα θέριζα τους πειρατές
Και με μια πτήση μυστική
θα σ' έκρυβα στην Αφρικη
τ'αστέρι σου να πέσει
Αν ήμουνα του Δία γιός
κι ήταν δικός μου ο κεραυνός
Θα σ' έπερνα αγγαλια μου
τους δαίμονες μην φοβηθείς,
στους Λαιστρυγόνες μη δοθεις.
Κι όλη η γαλάζια λάμψη σου
να 'ναι μόνο δικιά μου
κι ήταν δικός μου ο κεραυνός
Θα σ' έπερνα αγγαλια μου
τους δαίμονες μην φοβηθείς,
στους Λαιστρυγόνες μη δοθεις.
Κι όλη η γαλάζια λάμψη σου
να 'ναι μόνο δικιά μου
Σκλάβος αν ήμουνα της Γης
κι ειχα ξεχάσει της φυγής
τ' απρόσκλητα μελτέμια
Θά'βγαζα ρίζες και καρπούς
που θα αντέχαν τους καιρούς
θα σ'έτρεφα, θα σ' έδενα
στο άρμα του Φαέθωνα,
να κράταγες τα γκέμια
κι ειχα ξεχάσει της φυγής
τ' απρόσκλητα μελτέμια
Θά'βγαζα ρίζες και καρπούς
που θα αντέχαν τους καιρούς
θα σ'έτρεφα, θα σ' έδενα
στο άρμα του Φαέθωνα,
να κράταγες τα γκέμια
Της Κίρκης αν ήμουν εραστης
και ήμουν στα νειάτα μου ληστής,
για να'χω να κοιτάζω,
Θά'κλεβα ξόρκια και μπογιές
θά'βαφα μάτια στις σπηλιές
γκριζογαλάζια σα νερα
που να τους ρίχνω μια ματια
και τρέλλα να θηλάζω
και ήμουν στα νειάτα μου ληστής,
για να'χω να κοιτάζω,
Θά'κλεβα ξόρκια και μπογιές
θά'βαφα μάτια στις σπηλιές
γκριζογαλάζια σα νερα
που να τους ρίχνω μια ματια
και τρέλλα να θηλάζω
Μα εγώ που είμαι κανενός
κι ακόμη αντιπαλεύω
στα σκοτεινά του μηδενός
την απαστράπτουσα του Ενος
ρομφαία σαγηνεύω.
κι ακόμη αντιπαλεύω
στα σκοτεινά του μηδενός
την απαστράπτουσα του Ενος
ρομφαία σαγηνεύω.
λένε για μένα.... (το άλλο...)
Όλοι νομίζουν πως τα πάντα εγω ανέχομαι
Πως περπατάω στο ποτάμι μα δεν βρέχομαι
Όλοι νομίζουνε πως είμαι ένας βράχος
Πως το πετσι μου έχει δέκα πόντους πάχος
Όλοι πιστεύουνε πως είμαι ό,τι φαίνομαι
Οτι ποτέ και πουθενα δεν παρεκτρέπομαι
Το μονοπάτι πως βαδίζω του δικαίου
Ότι είμαι άντρας του σωστου και του ωραίου
Κι εγω που έπαθα να φτιάξω αυτη τη μάσκα
Συχνα χνωτίζομαι μ' άλλων ανθρώπων πάστα
Κι αφου κανένα δεν μισω για να σκοτώσω
Τον εαυτό μου χαρακώνω για να νιώσω
Όλοι νομίζουνε πως είμαι καθως πρέπει
Ότι μεγάλωσα με των θεων τη σκέπη
Ότι ποτε μου δεν υπέφερα στ' αλήθεια
Πως δεν χρειάζομαι ποτε καμμια βοήθεια
Όλοι με έχουν τυχερό κι ευτυχισμένο
Και σε υψηλα ιδανικα πάντα δοσμένο
Πως δεν κουράστηκα δεν πάλεψα ποτε μου
Πως είμαι γιος του Αχιλλέα και του ανέμου
Κι εγω που πόνεσα ν ανοίξω αυτο το δρόμο
Που τσαλαπάτησα και των θεων το νόμο
Θειάφι και κάρβουνο ταϊζω δυο αράδες
Κι έχω για φίλους μου Σατύρους και Μαινάδες
Πως περπατάω στο ποτάμι μα δεν βρέχομαι
Όλοι νομίζουνε πως είμαι ένας βράχος
Πως το πετσι μου έχει δέκα πόντους πάχος
Όλοι πιστεύουνε πως είμαι ό,τι φαίνομαι
Οτι ποτέ και πουθενα δεν παρεκτρέπομαι
Το μονοπάτι πως βαδίζω του δικαίου
Ότι είμαι άντρας του σωστου και του ωραίου
Κι εγω που έπαθα να φτιάξω αυτη τη μάσκα
Συχνα χνωτίζομαι μ' άλλων ανθρώπων πάστα
Κι αφου κανένα δεν μισω για να σκοτώσω
Τον εαυτό μου χαρακώνω για να νιώσω
Όλοι νομίζουνε πως είμαι καθως πρέπει
Ότι μεγάλωσα με των θεων τη σκέπη
Ότι ποτε μου δεν υπέφερα στ' αλήθεια
Πως δεν χρειάζομαι ποτε καμμια βοήθεια
Όλοι με έχουν τυχερό κι ευτυχισμένο
Και σε υψηλα ιδανικα πάντα δοσμένο
Πως δεν κουράστηκα δεν πάλεψα ποτε μου
Πως είμαι γιος του Αχιλλέα και του ανέμου
Κι εγω που πόνεσα ν ανοίξω αυτο το δρόμο
Που τσαλαπάτησα και των θεων το νόμο
Θειάφι και κάρβουνο ταϊζω δυο αράδες
Κι έχω για φίλους μου Σατύρους και Μαινάδες
Carpe Diem
αν ήσουν πρόσκαιρο ρητο αυτο θα ήσουνα
αν έφτιαχνα ένα μικρο, όχι πολυ, γουστόζικο μπαρ να παίζεις μουσικη έτσι θα τό'βγαζα
αν ήμασταν πραγματικα ελεύθεροι αυτο θα κάναμε
αν κουραστω απ το να κυλω τη πέτρα του Σίσυφου αυτο θα φωναξω
αν γνώριζα τον Προμηθέα και τού'κλεβα τη φωτια για μια μερα αυτο θα λέγανε
αν μείνω για μια μέρα ολόκληρη μέσα σου αυτο θα πω πως έκανα
τώρα που το καλοσκέφτομαι... πως είναι το "άδραξε τη στιγμη";
ξέρει κανεις να βοηθήσει;
όχι τίποτε άλλο
εξακριβωμένα μου φτάνει...
αν έφτιαχνα ένα μικρο, όχι πολυ, γουστόζικο μπαρ να παίζεις μουσικη έτσι θα τό'βγαζα
αν ήμασταν πραγματικα ελεύθεροι αυτο θα κάναμε
αν κουραστω απ το να κυλω τη πέτρα του Σίσυφου αυτο θα φωναξω
αν γνώριζα τον Προμηθέα και τού'κλεβα τη φωτια για μια μερα αυτο θα λέγανε
αν μείνω για μια μέρα ολόκληρη μέσα σου αυτο θα πω πως έκανα
τώρα που το καλοσκέφτομαι... πως είναι το "άδραξε τη στιγμη";
ξέρει κανεις να βοηθήσει;
όχι τίποτε άλλο
εξακριβωμένα μου φτάνει...
αναδρομικο.....
Στο κουρασμένο το βήμα μου ήρθε να προστεθει η ξαφνικη νεροποντη. ανοιξιάτικη. Κι όπως όλα τ'ανοιξιάτικα, ορμητικη κι αναπάντεχη. Σαν στους τροπικους. Μόνο που προς τα κει ποτε δεν ταξίδεψα. Λέω να πάω μαζι σου. Έπιασα να σέρνω τα πόδια μου πλατσουρίζοντας προς το γείσο μιας παραλιακής πολυκατοικίας. Ίσα που με χωρούσε το πεζούλι. Κόλλησα με τη πλάτη, ένα στο τοίχο. Βράδυ, μούσκεμα ως τις κάλτσες μου κι ήρθε μου η έμπνευση να στρίψω τσιγάρο. Στη χούφτα μου διαλύθηκε το χαρτι με τον καπνο. Χαμογέλασα. Ηθελα τόσο ένα δυνατο πιοτο. Να έρθει το οινόπνευμα και να τα κάψει όλα. Εσκυψα το κεφάλι και είδα τη βροχη να χτυπάει στα παπούτσια μου όπως ξεμυτούσαν απ το περβάζι. Που να φυλαχτεις... Γέλασα που πριν λίγο γυρνούσε στο μυαλο μου ο στίχος του Νερούδα: "θέλω να σου κάνω, ό,τι κάνει η Ανοιξη στις κερασιες". Τούτη την ώρα τις μαστιγώνει Πάμπλο, τις μαστιγώνει...
το τραγούδι εκείνης....
της κυρας μου
της μάνας μου
της ερωμένης και της ξομολογήτρας μου
της αγαπημένης μου
της μουσικής και της ζωοδότρας μου
της πόρνης και της αγίας μου
της φίλης μου
της κατηγόριας μου
της παρηγόριας μου
της ταξιδεύτρας και πλανεύτρας μου
της δικιας μου
της καταδικιάς μου
της όσο δικιας μου την κάνει το τόσο που τη θέλω....
της μάνας μου
της ερωμένης και της ξομολογήτρας μου
της αγαπημένης μου
της μουσικής και της ζωοδότρας μου
της πόρνης και της αγίας μου
της φίλης μου
της κατηγόριας μου
της παρηγόριας μου
της ταξιδεύτρας και πλανεύτρας μου
της δικιας μου
της καταδικιάς μου
της όσο δικιας μου την κάνει το τόσο που τη θέλω....
Dulce Pontes - Canção Do Mar
το τραγούδι της θάλασσας
Τρίτη 15 Ιουνίου 2010
2 λεπτα διάλλειμα....
γράφω εν μέσω πανικου
γράφω σε πρώτο χρόνο
σε χρόνο ενεστώτα
σε πρώτο πρόσωπο
γράφω για να προλάβω
γράφω για να αντέξω
γράφω για να φωνάξω
γράφω για να μην σωπάσω
να μην σαπίσω
να μην ξεχάσω
γράφω...
γράφω για μένα
γράφω για σένα
για εκείνη
για σένα κι εκείνη
για όλους
γράφω για τον καιρο
γράφω για τους καιρους
για τη θάλασσα
για το ταξίδι
γράφω για εμας
γράφω για "εμας"
για εκείνους που έμειναν
για κείνους που άφησαν
που άφησα
που κουβαλάω
που τραγουδάω
γράφω...
γράφω όταν δεν μπορω να σε φιλήσω
γράφω όταν πρέπει να κλάψω
όταν δεν σε βλέπω
κι όταν σε βλέπω
γράφω όταν ονειρεύομαι
όταν πεινάω
όταν διψάω
όταν είμαι κουρασμένος
όταν σ ερωτεύομαι
όταν θέλω να σε ξεχάσω
γράφω γιατι δεν μπορω να κάνω αλλιως
γράφω όταν αναπνέω
όταν σε μυρίζω
όταν σε θυμάμαι
όταν σε ξεχνάω
γράφω...
γράφω όταν ταξιδεύω
γράφω για να ταξιδέψω
γράφω επειδη ταξιδευω
επειδη γελάω
επειδη κλαίω
γράφω που είμαι περήφανος
γράφω που χθες ξέχασα να σου πω πόσο σ αγαπάω
που δεν ξέχασα
γράφω με μανία
γράφω με αισοδοξία
γράφω απαισιόδοξα
γράφω με μέτρο
χωρίς μέτρο
με όρια
έξω απ αυτα
γράφω γρηγορα
γράφω χωρις στόχο
γράφω με σκοπο
γράφω...
αντι-γράφω...
παρα-γράφω
υπο-γράφω
λευκή επιταγη, εξαργυρώσιμη άμα τη εμφανίσει...
γράφω σε πρώτο χρόνο
σε χρόνο ενεστώτα
σε πρώτο πρόσωπο
γράφω για να προλάβω
γράφω για να αντέξω
γράφω για να φωνάξω
γράφω για να μην σωπάσω
να μην σαπίσω
να μην ξεχάσω
γράφω...
γράφω για μένα
γράφω για σένα
για εκείνη
για σένα κι εκείνη
για όλους
γράφω για τον καιρο
γράφω για τους καιρους
για τη θάλασσα
για το ταξίδι
γράφω για εμας
γράφω για "εμας"
για εκείνους που έμειναν
για κείνους που άφησαν
που άφησα
που κουβαλάω
που τραγουδάω
γράφω...
γράφω όταν δεν μπορω να σε φιλήσω
γράφω όταν πρέπει να κλάψω
όταν δεν σε βλέπω
κι όταν σε βλέπω
γράφω όταν ονειρεύομαι
όταν πεινάω
όταν διψάω
όταν είμαι κουρασμένος
όταν σ ερωτεύομαι
όταν θέλω να σε ξεχάσω
γράφω γιατι δεν μπορω να κάνω αλλιως
γράφω όταν αναπνέω
όταν σε μυρίζω
όταν σε θυμάμαι
όταν σε ξεχνάω
γράφω...
γράφω όταν ταξιδεύω
γράφω για να ταξιδέψω
γράφω επειδη ταξιδευω
επειδη γελάω
επειδη κλαίω
γράφω που είμαι περήφανος
γράφω που χθες ξέχασα να σου πω πόσο σ αγαπάω
που δεν ξέχασα
γράφω με μανία
γράφω με αισοδοξία
γράφω απαισιόδοξα
γράφω με μέτρο
χωρίς μέτρο
με όρια
έξω απ αυτα
γράφω γρηγορα
γράφω χωρις στόχο
γράφω με σκοπο
γράφω...
αντι-γράφω...
παρα-γράφω
υπο-γράφω
λευκή επιταγη, εξαργυρώσιμη άμα τη εμφανίσει...
Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010
I was driving, but you have chosen the music...
Loving you was never easy
Never chose the easy way
Kissing you is warm and sleazy
On your knees or go away
I have spared some silken rope
It's a black and mystic threadNever chose the easy way
Kissing you is warm and sleazy
On your knees or go away
I have spared some silken rope
Close your eyes and bite the pillow
I will tie you on the bed
Spread your legs and I will kiss you
From your neck down to your back
Never thought how much I'll miss you
Taste your sweat, play with my luck
Put my arms around your waste
Talking dirty in my ear
Close your eyes to look right through me
I will come when you are here
Being inside you isn't easy
But who likes the easy way?
Trying to conquer keeps us busy
Go away or come and stay
Not afraid that you devour me
Need to blow your brains apart
Close the eyes, sharpen the senses
And believe me, that's the start
I will tie you on the bed
Spread your legs and I will kiss you
From your neck down to your back
Never thought how much I'll miss you
Taste your sweat, play with my luck
Put my arms around your waste
Talking dirty in my ear
Close your eyes to look right through me
I will come when you are here
Being inside you isn't easy
But who likes the easy way?
Trying to conquer keeps us busy
Go away or come and stay
Not afraid that you devour me
Need to blow your brains apart
Close the eyes, sharpen the senses
And believe me, that's the start
Prove me wrong and brace me hardly
Take position by my side
My obsessions hit me badly
I confess I never hide
Tear your shirt and burn you jeans
Keep your high heels always on
Close your eyes and speak out loudly
In a maze we walk alone...
Take position by my side
My obsessions hit me badly
I confess I never hide
Tear your shirt and burn you jeans
Keep your high heels always on
Close your eyes and speak out loudly
In a maze we walk alone...
nemesis
προκαλούσε την τύχη της...
ή εκείνον
ή και τα δύο μαζι
δεν ήταν πως δεν ήξερε
δεν την ένοιαζε
έβλεπε μόνο τον πόθο της και τίποτε άλλο
άλλωστε δεν ήταν η πρώτη φορα που ένιωθε έτσι
όταν ερχόταν η ώρα να παλέψουν τα θέλω και τα πρέπει της, τα θέλω νικούσαν συνήθως κατα κράτος
είχε μάθει να αφοπλίζει ακόμη και το ένστικτό της
κι αυτη τη φορα το ίδιο έκανε
απόψε είχε φτάσει η ώρα
προβάρησε το σωστο χαμόγελο
διάλεξε ένα αισθησιακο μακιγιαζ
ενα απλο κοντό καλοκαιρινο φόρεμα που κολάκευε τα πόδια της
άλικο κραγιον
άναψε τα κερια
έβαλε μουσικη
άναψε ένα τσιγάρο
και περίμενε
δούλευε στο μυαλο της το σκηνικο
δεν ήταν σαν άλλες φορες
αυτο το είχε προγραμματίσει
έβαλε ένα ποτήρι κρασι
ύστερα δεύτερο
όταν συνειδητοποίησε πως είχε αργήσει πολυ, η διάθεσή της άλλαξε
δεν είχε συνηθίσει να τη στήνουν
ούτε θα έπαιρνε τηλέφωνο
πήρε την τσάντα της και βγήκε χωρις καν να σβήσει τα κερια
η μουσικη έπαιζε ακόμη στ αυτια της όταν έφτασε σπίτι του
μπήκε απ την πόρτα της αυλης
περπάτησε στο νότιο παρτέρι κι έφτασε στην πίσω βεράντα
η πόρτα της κρεββατοκάμαρας ήταν μισάνοιχτη...
Κυριακή 13 Ιουνίου 2010
Σάββατο 12 Ιουνίου 2010
η εν βυθω αλήθεια
όμως η δικη μου αλήθεια
εν βυθω και εν ουρανοις
είναι μία
στο μεσοδιάστημα
παίζουν οι μουσικές σου
εν βυθω και εν ουρανοις
είναι μία
στο μεσοδιάστημα
παίζουν οι μουσικές σου
γιατι εγω τη κούρασή μου, με γέλιο τη νικάω... (κι ας είναι και γλυκόπικρο)
λάμνων ο ναύτης, έφιδρος έφτασεν εις την νήσον
και κουρασθεις εκ του καιρου, καμφθεις και εκ της πείνας
πέφτει στην άμμον ξέπνοος, χαμένος δύο μήνας
και άνευ μέσον να τραφεί, νερο να ξεδιψάσει
ψάχνει εις το σκαφίδιον να βρεί κάτι να βράσει
παρομοιάζων ναυαγός με γένια και κουρέλια
νεάνιδα τον πρόσεξε και έσκασε στα γέλια
της λέει "κόρη, τι γελας; γιατι με κοροϊδεύεις"
κι εκείνη απεκρίθη του "τι θέλεις, τι γυρεύεις;"
εσήκωσε το βλέμμα του, κι ευθύς αναθαρήτω
καθότι όμοιους οφθαλμούς ουδέποτε ενθυμήτω
και αίφνης εγκλωβίσθηκεν εις το θαλάσσιον βλέμμα
και ξεχασθείς την πείνα του και την ταλαιπωρίαν
είπε να δώσει σεαυτόν μια νέαν ευκαιρίαν
να σταματήσει αναφανδών να ψάχνει αλλού ουσίαν
τοιουτοτρόπως να σωθεί κι απ την κωπηλασίαν
και συγκεντρώνων δύναμην ευθυτενής σηκώθη
ακολουθών τα ίχνη αυτης που εκ προοιμίου επόθη
και περπατών ανέβηκε εις παρεγγύς λοφίσκον
και εκοιτούσε μήπως δει τον τρυφερον ιβίσκον
οι οφθαλμοί του εκαίγοντο απ την πολλη αλμύρα
κι ως βετεράνος ναυτικος διψούσε για μια μπύρα
διαβαίνων λόφους, ρεματιες έφτασεν εις χωρίον
και ως ρακένδυτος, λερος και πλήρης δυσοσμίων
ρητώς του απηγόρευσαν να διέλθη των ορίων
περικυκλώσας το χωριο, δίοδον βρήκε τέλος
κι ενω όλοι κοιμόντουσαν, έτρεξε ωσαν βέλος
εκρύφθη και εσκέφτοταν πως θα κυκλοφορήσει
άνευ των ρούχων των σωστών, πως θα την προσεγγίσει
εστάθη όμως τυχερος, στη περισση ατυχία
αφου εβρήκε ανοιχτη παρακείμενη οικία
εμπήκε μετα προσοχής και βγήκε ως νοικοκύρης
έτσι ντυμμένος και πλυθείς ήτο ως καραβοκύρης
συγοσφυρίζων έφτασε εις κεντρικήν πλατεία
και διαρκώς εκοίταζε, διαρκως παρατηρούσε
μήπως και δει εις το κοινον εκείνην που ποθούσε
το απαστράπτον του όνειρο, το τυχερον του άστρον
το τελευταίο το κλειδι να πορθηθει το κάστρον
κι εντέλει την αντίκρυσεν εν μέσω κουστωδίας
κι ως εκοιτούσε σκέφτηκε με τάσεις παρωδίας
πως χρόνια γέρος ναυτικος, τον κόσμο ταξιδεύων
αισθάνεται ως νεαρος που πάει περιοδεύων
και συγκεντρώσας δύναμην όσην του έιχε μείνει
πήρε και επλησίαζεν όπου καθόταν κείνη
εστάθη δυο βήματα εμπρος της κι απορούσε
μήπως δεν έβλεπε καλως; μήπως τον λιδωρούσε;
γιατι εξ αρχης το έβλεπε, σ' αυτον χαμογελούσε!
μ'αυτος δεν ήτο κυνηγος, ούτε ψαρας, τοώντι
ήτο και γέρος και άσχημος, και τού'λειπε ένα δόντι
όλη η περιουσία του χωρούσε σε μια τσέπη
ουδέποτε εχρειάστηκε υπο τον ήλιον σκέπη
ετούτα εσκεπτόμενος, για τ άλλα αμφιβάλλων
την αφουγκράσθη να μιλα θερμώς μετα των άλλων
και ρητορούσε, εξωτικόν πουλι του παραδείσου
μα έβλεπε εις τα μάτια της το "πάρε με μαζι σου"
περιχαρης μα σκυθρωπος παρέμενεν ο ναύτης
χαμογελούσε έσωθεν κι εν μέσω της πλατείας
τον πλησιάζει ευθαρσως και ω της ησυχίας
προτείνει του την χείρα της, του λέει τ' όνομά της
και τον εζώσαν μουσικές μα και το άρωμά της
ευθυτενης και ισοροπών, καθότι και η πείνα,
κλεισθέντων στην παλάμη του τα δάχτυλα εκείνα,
θυμήθη κόλπο Ινδικόν που είχε μάθει ήδη
και εις τον δεξί παράμεσον χαράζει δαχτυλίδι
η νεανις ετρόμαξεν μα ουδόλως ετραβήχθη
ως άλλη Ευρώπη εκ του Διός οικιοθελως απήχθη
ο ναύτης ο πολύγυρος, ο κοσμογυρισμένος
ο λαιστρυγόνας, βάρβαρους πολυπληθώς φονεύσας
σειρήνας και τας μάγισσας ο καταδυναστεύσας
ο αιχμαλωθήσας γίγαντες, ο κλέβων Πολυφήμους
ησθάνθη πως στο χέρι του καλλιεργούσε κρίνους
εστράφη προς την θάλασσα, ψάχνων δια το σκάφος
βληθης και πανικοβληθης διέκρινεν το λάθος
τη γηρασμένη φύση του, την αλμυρη παλάμη
τον έρωτα που εκάλπαζε, το βλημα εις την θαλάμη
αποφασίσας εν στιγμη ανέκρουσε και πρύμναν
μαζέψας τα κουρέλια του εξέχασε την πείναν
λάμνων ο ναύτης έφιδρος, μακραν της παραλίας
κλαίων που ανεχώρησε απ την ωραίαν νήσον
χαμογελούσε που έκλεψε έναν μικρον ιβίσκον
μα ο Ποσειδών ο πονηρός, θεος και μετανάστης
ναύτης κι αυτος απ τους παλιους, της θάλασσας δυνάστης
την νέαν εμεταμόρφωσε εις θαλλερον δελφίνι
εις την πρωραίαν μάσκα του να οδηγει εκείνη
και τον εκαταδίκασε να λάμνει ισοβίως
να κλαίει την μια, και να γελα, να ζήσει αιωνίως...
και κουρασθεις εκ του καιρου, καμφθεις και εκ της πείνας
πέφτει στην άμμον ξέπνοος, χαμένος δύο μήνας
και άνευ μέσον να τραφεί, νερο να ξεδιψάσει
ψάχνει εις το σκαφίδιον να βρεί κάτι να βράσει
παρομοιάζων ναυαγός με γένια και κουρέλια
νεάνιδα τον πρόσεξε και έσκασε στα γέλια
της λέει "κόρη, τι γελας; γιατι με κοροϊδεύεις"
κι εκείνη απεκρίθη του "τι θέλεις, τι γυρεύεις;"
εσήκωσε το βλέμμα του, κι ευθύς αναθαρήτω
καθότι όμοιους οφθαλμούς ουδέποτε ενθυμήτω
και αίφνης εγκλωβίσθηκεν εις το θαλάσσιον βλέμμα
και ξεχασθείς την πείνα του και την ταλαιπωρίαν
είπε να δώσει σεαυτόν μια νέαν ευκαιρίαν
να σταματήσει αναφανδών να ψάχνει αλλού ουσίαν
τοιουτοτρόπως να σωθεί κι απ την κωπηλασίαν
και συγκεντρώνων δύναμην ευθυτενής σηκώθη
ακολουθών τα ίχνη αυτης που εκ προοιμίου επόθη
και περπατών ανέβηκε εις παρεγγύς λοφίσκον
και εκοιτούσε μήπως δει τον τρυφερον ιβίσκον
οι οφθαλμοί του εκαίγοντο απ την πολλη αλμύρα
κι ως βετεράνος ναυτικος διψούσε για μια μπύρα
διαβαίνων λόφους, ρεματιες έφτασεν εις χωρίον
και ως ρακένδυτος, λερος και πλήρης δυσοσμίων
ρητώς του απηγόρευσαν να διέλθη των ορίων
περικυκλώσας το χωριο, δίοδον βρήκε τέλος
κι ενω όλοι κοιμόντουσαν, έτρεξε ωσαν βέλος
εκρύφθη και εσκέφτοταν πως θα κυκλοφορήσει
άνευ των ρούχων των σωστών, πως θα την προσεγγίσει
εστάθη όμως τυχερος, στη περισση ατυχία
αφου εβρήκε ανοιχτη παρακείμενη οικία
εμπήκε μετα προσοχής και βγήκε ως νοικοκύρης
έτσι ντυμμένος και πλυθείς ήτο ως καραβοκύρης
συγοσφυρίζων έφτασε εις κεντρικήν πλατεία
και διαρκώς εκοίταζε, διαρκως παρατηρούσε
μήπως και δει εις το κοινον εκείνην που ποθούσε
το απαστράπτον του όνειρο, το τυχερον του άστρον
το τελευταίο το κλειδι να πορθηθει το κάστρον
κι εντέλει την αντίκρυσεν εν μέσω κουστωδίας
κι ως εκοιτούσε σκέφτηκε με τάσεις παρωδίας
πως χρόνια γέρος ναυτικος, τον κόσμο ταξιδεύων
αισθάνεται ως νεαρος που πάει περιοδεύων
και συγκεντρώσας δύναμην όσην του έιχε μείνει
πήρε και επλησίαζεν όπου καθόταν κείνη
εστάθη δυο βήματα εμπρος της κι απορούσε
μήπως δεν έβλεπε καλως; μήπως τον λιδωρούσε;
γιατι εξ αρχης το έβλεπε, σ' αυτον χαμογελούσε!
μ'αυτος δεν ήτο κυνηγος, ούτε ψαρας, τοώντι
ήτο και γέρος και άσχημος, και τού'λειπε ένα δόντι
όλη η περιουσία του χωρούσε σε μια τσέπη
ουδέποτε εχρειάστηκε υπο τον ήλιον σκέπη
ετούτα εσκεπτόμενος, για τ άλλα αμφιβάλλων
την αφουγκράσθη να μιλα θερμώς μετα των άλλων
και ρητορούσε, εξωτικόν πουλι του παραδείσου
μα έβλεπε εις τα μάτια της το "πάρε με μαζι σου"
περιχαρης μα σκυθρωπος παρέμενεν ο ναύτης
χαμογελούσε έσωθεν κι εν μέσω της πλατείας
τον πλησιάζει ευθαρσως και ω της ησυχίας
προτείνει του την χείρα της, του λέει τ' όνομά της
και τον εζώσαν μουσικές μα και το άρωμά της
ευθυτενης και ισοροπών, καθότι και η πείνα,
κλεισθέντων στην παλάμη του τα δάχτυλα εκείνα,
θυμήθη κόλπο Ινδικόν που είχε μάθει ήδη
και εις τον δεξί παράμεσον χαράζει δαχτυλίδι
η νεανις ετρόμαξεν μα ουδόλως ετραβήχθη
ως άλλη Ευρώπη εκ του Διός οικιοθελως απήχθη
ο ναύτης ο πολύγυρος, ο κοσμογυρισμένος
ο λαιστρυγόνας, βάρβαρους πολυπληθώς φονεύσας
σειρήνας και τας μάγισσας ο καταδυναστεύσας
ο αιχμαλωθήσας γίγαντες, ο κλέβων Πολυφήμους
ησθάνθη πως στο χέρι του καλλιεργούσε κρίνους
εστράφη προς την θάλασσα, ψάχνων δια το σκάφος
βληθης και πανικοβληθης διέκρινεν το λάθος
τη γηρασμένη φύση του, την αλμυρη παλάμη
τον έρωτα που εκάλπαζε, το βλημα εις την θαλάμη
αποφασίσας εν στιγμη ανέκρουσε και πρύμναν
μαζέψας τα κουρέλια του εξέχασε την πείναν
λάμνων ο ναύτης έφιδρος, μακραν της παραλίας
κλαίων που ανεχώρησε απ την ωραίαν νήσον
χαμογελούσε που έκλεψε έναν μικρον ιβίσκον
μα ο Ποσειδών ο πονηρός, θεος και μετανάστης
ναύτης κι αυτος απ τους παλιους, της θάλασσας δυνάστης
την νέαν εμεταμόρφωσε εις θαλλερον δελφίνι
εις την πρωραίαν μάσκα του να οδηγει εκείνη
και τον εκαταδίκασε να λάμνει ισοβίως
να κλαίει την μια, και να γελα, να ζήσει αιωνίως...
"χαράξου κάπου με οποιονδήποτε τρόπο,
και μετα πάλι σβήσου με γενναιοδωρία..."
Μαρία-Νεφέλη, Ο. Ελύτης
Παρασκευή 11 Ιουνίου 2010
κουρασμένος....
Αγάπης φως της γης ταξίδια
μαύρα παράξενα παιχνίδια
στο φως του ήλιου θ' ακουμπήσω
το καλοκαίρι να μυρίσω.
Μ' άσπρο πανί θα ταξιδέψω
μικρό κορίτσι να σε κλέψω
όσο αγαπάω μένω πίσω
κι όλο μ' αφήνεις να σ' αφήσω
μαύρα παράξενα παιχνίδια
στο φως του ήλιου θ' ακουμπήσω
το καλοκαίρι να μυρίσω.
Μ' άσπρο πανί θα ταξιδέψω
μικρό κορίτσι να σε κλέψω
όσο αγαπάω μένω πίσω
κι όλο μ' αφήνεις να σ' αφήσω
Τρίτη 8 Ιουνίου 2010
στιγμες στο άπειρο
κάθε που ζω μια στιγμη μπαίνει στό βιβλίο της ιστορίας
ένα περίεργο πράγμα
να μην μπορω να ζήσω το παρον παρα μόνο στο παρον
να περνάνε οι στιγμες με ιλιγγιώδη ταχύτητα και να γίνονται αναμνήσεις την αμέσως επόμενη ώρα
έτσι όπως ήρθαν
πρωτόγονες και λυτρωτικες
εξεζητημένες και οργασμικες
αναπάντεχες και πλούσιες σ' ουσίες και πνεύματα
μέσα σ'έναν ωκεανο από στιγμές
σ'ένα ωκεανο απείρου
δεμμένες σαν βάρκες από γρι-γρι
ξεχωρίζουνε στη θάλασσα αυτη
σαν μαργαριταρένιο μενταγιόν
στο λαιμο μιας γοργόνας μάγισσας
εκείνες οι σπάνιες
εκείνες οι εντελώς και ακατάληπτα "μαζι"
Σάββατο 5 Ιουνίου 2010
κατευώδιο....
νύχτα κι έπιασα πάλι λιμάνι
πιο κει ένα ποστάλι δεμένο κι ο καταπέλτης του ανοιχτός
μοιάζει να μισοκοιμάται με το στόμα ανοιχτο και ξεδοντιασμένο
και τη γλώσσα του ριγμένη στο μώλο
μυρωδια της λαμαρίνας
ανάκατη με πετρέλαιο και λάδια και λάστιχο
γνώριμη μυρωδια
σαν και κείνη του σπιτιου σου
που την συνηθίζεις με τον καιρο και δεν της δίνεις σημασία
μα σου λείπει σαν τη χάσεις
ο βατσιμάνης, ένας γέρος ναυτικος συνταξιούχος,
καθισμένος σε μια πάνινη καρέκλα καπνίζει
χαμογελω σα τον βλέπω να ψάχνει σταθμο σ ένα παλιακο τρανζιστοράκι
(πόσο τα μισούσε τα ποστάλια...)
πίσω η πόλη μου λαγοκοιμάται
ξενύχτηδες ψωνίζουν απ τα βρώμικα στη πύλη
κι εγω που χρόνια προσπαθω να γίνω ένα με τη θάλασσα
μοιάζω δυσκίνητος και γεμάτος στρειδώνα στα ύφαλα απ το καθισιο στο λιμάνι
κι όπως φυσάει ένας ανοιξιάτικος βοριάς
νά'χα πανιά, λέω από μέσα μου, ν' ανοιχτω στο Σαρωνικό
κι από κει στο Αιγαίο, και πιό Νότια στο Κρητικό κι από κει στο Λυβικό το πέλαγος...
και να πατήσω Αφρική
να κάνω το ταξίδι του Οδυσσέα
να βγω στον πηγαιμο χωρις Ιθάκη
νά' ναι η Ιθάκη μου εκείνη
και χωρις νά' ναι Πηνελόπη, να σκωτώσω και τους σαράντα...
κι όπως αφηρημένος αυτα και τ' άλλα σκέφτομαι
και αναθαρίζω, που απ τη σκέψη και μόνο νιώθω ανάλαφρος σα φτερο γλάρου
έρχονται σαν ερεινίες οι σκέψεις πως θα μπορούσα νά'μουν στη θάλασσα
και τα λόγια του
"παιδί μου, ό,τι θέλεις, μα μόνο ναυτικός μη γίνεις..."
κι έμεινα με το μικρόβιο να αναπολω ταξίδια που δεν έκανα...
λιμάνια που δεν έπιασα
κύμματα που δε με δείρανε
γυναίκες των λιμανιων που δεν φίλησα
αναμνήσεις που δε μάζεψα
και η μυρωδια της λαμαρίνας που πάντα αυτα θα μου θυμίζει
χαλάλι του
σ' αυτο αν όχι σ' άλλα του τό 'κανα το χατήρι...
σέρνω τα πόδια μου στην άκρη στο μώλο και κάθομαι σε μια ταλαιπωρημένη μπίντα
στρίβω δυο τσιγάρα και τ' ανάβω
το ένα το πετω στη θάλασσα...
πάει καιρός που έχουμε να καπνίσουμε ένα παρέα μαστρο-Νίκο,
κι έχω τόσα πολλά να σου πω...
κι εσυ που ευτύχησες να ταξιδεύψεις μαζι του...
πόσο γι αυτό σ έχω ζηλέψει.... κι αγαπήσει....
παιχνίδια που παίζει η βροχή...
πρωινο και βρέχει
κι ενω μπαίνω να δω μη και πλυμμήρησε το ενυδρείο και ξέφυγαν τα ψαράκια
μού ρχεται στο μυαλό το παρακάτω...
You and me we always sweat and we strain
you look for sun and I look for rain
we're different people, we're not the same
the power of the sun
I looked for treetops, you looked for caps
above the water, where the waves snap back
I flew around the world to bring you back
ah the power of the heart
you looked at me and I looked at you
the sleeping heart was shining through
the wispy cobwebs that we're breathing through
the power of the heart
I looked at you and you looked at me
I thought of the past, you thought of what could be
I asked you once again to marry me
the power of the heart
Everybody says love makes the world go round
I hear a bubbling and I hear a sound
of my heart beating and I turn around
and find you standing at the door
you know me I like to dream a lot
of this and that and what is not
and finally I figured out what was what
it was the power of the heart
You and me we sweat and strain
the result is always the same
you think somehow we're in a game
the power of the heart
the power of the heart
I think I'm dumb I know you're smart
the beating of a purebred heart
I say this to you and it's not a lark
marry me today
You know me I like to dream a lot
of what there is and what there's not
but mainly I dream of you a lot
the power of the heart
the power of the heart
όνειρο ήταν (;)
τα όνειρά έχουν ώρες ώρες μια περίεργη χροια
μια πατίνα από άλλες εποχες
σαν ξεθωριασμένα τοπία με χρώματα γήινα
σαν επιχρωματισμένες ασπρόμαυρες φωτογραφίες
ή σαν χρωματιστές που χρώμα δεν χρειάζονται
η δύναμή τους ώρες ώρες διαρκει για μέρες... μήνες...
ξέρω και όνειρα που κράτησαν τη λάμψη τους για χρόνια
ήταν σ'ένα τέτοιο που συναντηθήκαμε
ή που τη συνάντησα
δεν θυμάμαι το πρόσωπό της, ούτε τη φωνη της
μόνο χρώματα...
όπως σ όλα τα όνειρα...
χρώματα κι αισθήσεις είναι που μένουν...
φέρνω στο μυαλο μου εκείνο τ'όνειρο συχνα
εκείνη την πρώτη εντύπωση
εν-τύπωση
αν και δεν την ακούμπησα, θυμάμαι ακόμη την αίσθηση της υφης των μαλλιών της
λεπτομέρειες όπως το δεξί της χέρι πού πεφτε νωχελικα στο πλάι δίπλα στο μηρο της
δεν θυμάμαι αν μιλήσαμε
τη μουσικη όμως ακόμη την ακούω
μέχρι που μπορώ και να τη ζωγραφίσω...
θαλασσιά θα την έκανα, και με λίγη ώχρα, και πινελιες να δείξω τον αέρα που με συνεπήρε...
θα της φορούσα κι ένα κέλτικο μακρυ χιτώνα
θα την έκανα μουσικη ταξιδιάρα
του δρόμου
ενος δρόμου μυστηριώδους, πότε στο φως και πότε στο σκοτάδι
και μυρωδιες θά βαζα
πως ζωγραφίζει κανεις τις μυρωδιές άραγε;
κέδρο και ροδάκινο και πιπέρι κόκκινο γλυκο...
και πευκοβελόνες βρόχινες
και καφέ αλεσμένο στο χέρι
πως στην ευχη να ζωγραφίσω την έκπληξη;
νιώθω ακόμη εκείνη την αναπάντεχη γεύση της
γλυκεια και αψιά σαν άγρια φράουλα
κι ας μη την φίλησα
όχι στ όνειρο...
πριγκήπισσα των μαγικων μου τόπων
βασίλισα της Ουτοπίας μου
νερο της δίψας μου
της έμπνευσής μου αψέντι
βροχη της τρέλλας μου
της νύχτας οργασμε μου
και μυστικο μου γλέντι...
Τετάρτη 2 Ιουνίου 2010
Τρίτη 1 Ιουνίου 2010
no comments.....
τώρα που έντυσες τις στιγμές όλες με μουσικη
πως θα ξεφύγω;
πως θα σκεφτω για τον εαυτο μου;
κοιμάμαι, ξυπνάω κι ανασαίνω
πίνω, καπνίζω
τρώω και τρώγομαι
σκαρφαλώνω τις νότες
κι εκει που λέω πως έφτασα και ξέφυγα
κουτρουβαλώντας με χτυπουν κατακούτελα
κλειδια του σολ
διέσεις
μινόρε...
αυτοσχεδιασμοι
και η φωνη σου να κρατα το ίσο
"άκου αυτο"
Οδυσσέας...
κι εσυ Προμηθέας
και Μορφέας
και Κίρκη
κι εγω που ναύτης μπάρκαρα να επιστρέψω
με κυνηγουν ακόμη τα τραγούδια σου σαν ήχοι Σειρήνας
από βασιλιας, κωπηλάτης
λάμνω
στο ρυθμο του τυμπάνου
μ ακόμη κι αυτό
μοιάζει να ξέρει
και να με κοροϊδεύει...
κι αντι ρυθμο για κουπι να μου δίνει
στο πλωριο κατάρτι μ ανεβάζει...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)